Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2016

Απόφαση σταθμός υπέρ πολίτη με ψυχολογικά προβλήματα που βασανίστηκε από αστυνομικούς

από Πρωτοβουλία για ένα Πολύμορφο Κίνημα για την Ψυχική Υγεία

Απόφαση-σταθμός από τη Δικαιοσύνη υπέρ πολίτη με ψυχολογικά προβλήματα που σακατεύτηκε στο τμήμα από αστυνομικούς.


Εννέα χρόνια μετά τον άγριο βασανισμό μέσα σε αστυνομικό τμήμα ενός πολίτη που υπέστη ανεπανόρθωτη βλάβη στην υγεία του και είναι πλέον ανίκανος ακόμη και να αυτοεξυπηρετηθεί, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά με ένα σκεπτικό-κόλαφο για τις ευθύνες των αστυνομικών-δραστών, που υπερέβησαν, όπως τονίζεται, ακόμη και «τα ακραία όρια» παρέμβασης, επιδίκασε σε βάρος του ελληνικού δημοσίου χρηματική αποζημίωση για το σωματικό μαρτύριο και την ψυχική δοκιμασία που υπέστη το θύμα.

Πρόκειται για τη δραματική ιστορία ενός νέου ανθρώπου, του Χρήστου Χρονόπουλου, με διαγνωσμένη ψυχική νόσο, που σε κακή συγκυρία έμελλε να πέσει στα χέρια τραμπούκων με αμφίεση οργάνων της τάξης, οι οποίοι στην κυριολεξία τον σακάτεψαν στο ξύλο έπειτα από προσαγωγή του στο τμήμα για ένα σύνηθες περιστατικό φασαρίας σε καφετέρια. Όπου, μάλιστα, τους είχε επισημανθεί από τον ιδιοκτήτη του καταστήματος ότι επρόκειτο για άτομο με ψυχολογικά προβλήματα.

Το συμβάν σημειώθηκε το 2007, αλλά οι δράστες αστυνομικοί τύχαιναν για πολλά χρόνια «ποινικής ασυλίας» μέχρι να οδηγηθούν τελικά στη Δικαιοσύνη και να λογοδοτήσουν, σε πρώτο μόλις βαθμό, οκτώ χρόνια μετά την αποτρόπαια πράξη τους.

Κι ενώ η ποινική καταδίκη τους σε κάθειρξη οκτώ ετών με την ειδική διάταξη περί βασανισμού (κακούργημα) εκκρεμεί για εκδίκαση στο Εφετείο, το πρωτόδικο κιόλας αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πραγματικά περιστατικά, με απόφασή του υποχρεώνει το ελληνικό δημόσιο να καταβάλει αποζημίωση ύψους 200.000 ευρώ καθώς και μηνιαίο ποσόν 600 ευρώ, εν είδει επιδόματος, για πέντε χρόνια.

Στη σχετική αγωγή το θύμα εκπροσωπήθηκε νομίμως από δικαστικό συμπαραστάτη ο οποίος έχει οριστεί για να εξυπηρετεί μόνιμα τα συμφέροντά του, μια και ο άνθρωπος είναι ανίκανος να φροντίσει τον εαυτό του καθώς είναι πλέον διανοητικά καθυστερημένος και δεν θα έχει ποτέ στο μέλλον τη δυνατότητα να ζήσει φυσιολογική ζωή.

Η υπόθεση, που έχει και νομικό ενδιαφέρον, καθώς για πρώτη φορά έγινε εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 137Α του ποινικού κώδικα που κάνει λόγο για βασανιστήριο κρατουμένου, δεν θα είχε καν φτάσει στη Δικαιοσύνη εάν η οικογένεια του θύματος δεν είχε απευθυνθεί στον δικηγόρο Θεόδωρο Μαντά, ο οποίος υπέβαλε μήνυση σε βάρος των αστυνομικών, τους οποίους η υπηρεσία ύστερα από μια τυπική ΕΔΕ είχε σπεύσει να απαλλάξει πανηγυρικά από κάθε πειθαρχική ευθύνη.

Μάλιστα, το ελληνικό δημόσιο, κάνοντας χρήση νομίμου δικαιώματος, όπως άλλωστε συνηθίζει ακόμη και για κραυγαλέες περιπτώσεις λαθών και παραλείψεων των οργάνων του, εκπροσωπήθηκε στο αστικό δικαστήριο, όπου ισχυρίστηκε ότι το θύμα ήταν… συνυπεύθυνο κατά 95% γι’ αυτό που του συνέβη, καθώς έκανε το ίδιο επικίνδυνες κινήσεις, οι οποίες προκάλεσαν τον τραυματισμό του... Ισχυρισμός που βεβαίως απορρίφτηκε ως αβάσιμος από τους δικαστές. Οι ιατροδικαστικές εκθέσεις άλλωστε δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφιβολιών για τα βασανιστήρια που υπέστη ο Χρήστος Χρονόπουλος.

Το σκεπτικό της απόφασης
Αναφέρεται επί λέξη στο σκεπτικό της απόφασης για την καταβολή αποζημίωσης: «...προκύπτει ότι ο Δημήτρης Χρονόπουλος υπέστη σοβαρή βλάβη της υγείας του από πράξεις των οργάνων του Δημοσίου στα πλαίσια της άσκησης των καθηκόντων τους. Οι σωματικές βλάβες που υπέστη προήλθαν συνεπεία βίαιης συμπεριφοράς που επέδειξαν οι αστυνομικοί κατά τη διάρκεια της σύλληψης και κράτησής του στο ΑΤ Καλλιθέας, όπου ως αστυνομικοί στα καθήκοντα των οποίων αναγόταν η φύλαξη και επιμέλεια του κρατουμένου, ενεργώντας από κοινού κατάφεραν με πρόθεση και επανειλημμένα χτυπήματα στο κεφάλι του, αλλά και σε πολλά σημεία του σώματος του, με θλώντα αμβλέα όργανα, προκαλώντας του πολλαπλές σωματικές κακώσεις και βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση, εξαιτίας της οποίας υπέστη μεγάλη έκπτωση νοητικών λειτουργιών, βραδυψυχισμό, μετατραυματική αμνησία, επιληπτικές κρίσεις, και πλήρη αδυναμία να επιμεληθεί των υποθέσεών του... τον αντιμετώπισαν με σκληρότητα δυσανάλογη προς τον σκοπό που επιδίωκαν, δεδομένου ότι ήταν άτομο που χρειαζόταν λόγω της ψυχικής του πάθησης, η οποία έγινε αμέσως αντιληπτή, ιδιαίτερη ψυχιατρική αντιμετώπιση με τη συνδρομή κατάλληλων νοσηλευτών...».

Κι ακόμη: «...η επιλογή της προσφυγής στη βία υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες από τα αστυνομικά όργανα, δεν τελεί σε εύλογη σχέση με το συνταγματικό δικαίωμα της σωματικής ακεραιότητας του Χρήστου Χρονόπουλου που επλήγη, αλλά υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στα αστυνομικά όργανα να επιλέγουν τον τρόπο παρέμβασής τους και συνιστά παράνομη συμπεριφορά...». Το δικαστήριο αναφερόμενο στην πραγματική αποστολή των αστυνομικών τονίζει ότι «ως εγγυητές του εννόμου αγαθού της προσωπικής ασφάλειας θα έπρεπε να διαφυλάττουν τα υπέρτερης αξίας συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της σωματικής ακεραιότητας των πολιτών και να παρεμποδίσουν –εν προκειμένω– την επέλευση του βλαπτικού αποτελέσματος».

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΔΗΘΕΝ «ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ» ΤΟΥ ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΟΥ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΩΝ ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ

από Πρωτοβουλία Ψ Πρωτοβουλία για ένα Πολύμορφο Κίνημα για την Ψυχική Υγεία

Το υπό «διαβούλευση» προεδρικό διάταγμα για την ένταξη του ψυχιατρείου κρατουμένων Κορυδαλλού (ΨΚΚ) στο ΕΣΥ, που πλασάρεται ως αναβάθμιση των παρεχόμενων από αυτό «υπηρεσιών», φαίνεται να περνάει και αυτό, όπως πολλά άλλα, ενώ μέσω του ορυμαγδού των εγχώριων και των διεθνών πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων, χωρίς να γίνεται αντικείμενο της δέουσας προσοχής, χωρίς καμιά συζήτηση. Προβάλλεται σαν μια βελτιωτική ρύθμιση, ενώ, στην πραγματικότητα, προωθεί την θέσμιση ενός νέου κατασταλτικού βραχίονα του κράτους, που προετοιμάζεται εδώ και αρκετό καιρό. Με την επιστημονική διεύθυνση να ανατίθεται στο ψυχιατροδικαστικό τμήμα της Β’ Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής του Αττικού νοσοκομείου.
Η τελευταία φορά που είχα επισκεφθεί αυτό το χώρο, ύστερα από αίτημα κρατούμενου ασθενούς, ήταν το 2014. Και αυτή τη φορά, όπως όλες τις προηγούμενες, δεν μου επιτράπηκε ν΄ ανέβω τη σκάλα που οδηγούσε στο χώρο όπου «νοσηλεύονταν», σε συνθήκες διπλού ή και τριπλού εγκλεισμού, δεκάδες κρατούμενοι με προβλήματα ψυχικής υγείας. Η συνομιλία με τον ασθενή έπρεπε πάντα να γίνεται στο ισόγειο, σ΄ ένα χώρο που έσταζε λίγδα. Η μόνη διαφορά, σε σχέση με τις επισκέψεις μου τα προηγούμενα χρόνια, ήταν ότι, σ΄ αυτό το ισόγειο, ο διάδρομος ήταν τώρα φρεσκοβαμμένος και πίσω από τις πόρτες υπήρχαν γραφεία, φαρμακείο κλπ. Σ΄ ένα από τα γραφεία που μας παραχωρήθηκε για να γίνει η συνομιλία, υπήρχαν ιατρικοί φάκελοι, σε ράφια στον τοίχο, τους οποίους τηρούσε, ήδη από τότε, η εν λόγω ψυχιατροδικαστική ομάδα.

Το πρώτο που πρέπει να επισημανθεί είναι ότι δεν θα έπρεπε να υπάρχει «ψυχιατρείο φυλακών» (ο ένας εγκλεισμός μέσα στον άλλο) και επομένως, το εν λόγω διάταγμα δεν θα έπρεπε να αποβλέπει στην βελτίωση του υπάρχοντος, αλλά στην κατάργησή του. Οι κρατούμενοι έχουν (θα έπρεπε να έχουν), όπως όλοι, το αναφαίρετο δικαίωμα στην υγεία (και στην  ψυχική υγεία) και στην αντιμετώπιση των όποιων σχετικών αναγκών προκύπτουν στις κατάλληλες υγειονομικές υπηρεσίες (νοσοκομεία κλπ), ενώ, ταυτόχρονα, θα έπρεπε να υπάρχει η δυνατότητα για παρέμβαση εντός των φυλακών των  όποιων εκάστοτε αναγκαίων υπηρεσιών.

Εν προκειμένω, βέβαια, παίζει ρόλο και η ανάγκη των κρατούντων να κάνουν οικονομία σε προσωπικό, καθώς για έναν κρατούμενο νοσηλευόμενο σε δημόσιο νοσοκομείο χρειάζονται 6 φύλακες ημερησίως (δυο ανά βάρδια). Συνήθως πρόκειται για γυναίκες, γιατί το ΨΚΚ είναι μέρος του τμήματος ανδρών των φυλακών και δεν είχε ποτέ χώρο για γυναίκες κρατούμενες με πρόβλημα ψυχικής υγείας. Μια άλλη παρενέργεια της νοσηλείας, υπό φύλαξη, κρατουμένων σε δημόσια νοσοκομεία, είναι ότι οι φύλακες προσπαθούν να επιβάλλουν εκεί όρους καθαυτό φυλακής : απαιτούν συχνά να καθηλώνεται μηχανικά ο φρουρούμενος ασθενής και να κλείνουν πόρτες και παράθυρα, επιδρούν άσχημα απέναντι σε άλλους νοσηλευόμενους, συχνά απαιτούν να είναι παρόντες κατά την  εξέταση του ασθενή από τον ψυχίατρο στο γραφείο κλπ. Και πάντα με την κάλυψη της ιεραρχίας τους. Είναι αυτές οι δυσλειτουργικές καταστάσεις που θα έπρεπε να τύχουν αντιμετώπισης και όχι να στερείται από τους κρατούμενους το δικαίωμα στην κατά το δυνατόν πιο αξιοπρεπή φροντίδα στο δημόσιο σύστημα Υγείας.

Από την άλλη, η ένταξη του ΨΚΚ στο ΕΣΥ προβάλλεται, από πολλές πλευρές, ως αναγκαία προκειμένου ν΄ αντιμετωπιστούν και ν΄ αποδυναμωθούν τα κατεστημένα παρακυκλώματα εντός των φυλακών, που δρουν και αποφασίζουν, με το αζημίωτο φυσικά, πώς θα λειτουργεί η φυλακή και πώς θα εκτίεται η ποινή του καθενός ανάλογα με την κοινωνική του θέση και το χρήμα που διαθέτει. Η άποψη αυτή, εκτός πολλών άλλων, δεν λαμβάνει υπόψη της ότι τα μέσα και οι τρόποι της όποιας επιδιωκόμενης αντιμετώπισης των παρακυκλωμάτων (που, σ΄ αυτό το σωφρονιστικό σύστημα, ποτέ δεν θα εκλείψουν, αλλά, απλώς, πιθανόν ν΄ αλλάξουν μορφή) μπορεί να καλλιεργούν το έδαφος για το ρίζωμα μιας άλλης διαχείρισης και χειραγώγησης του εν λόγω «χώρου», μέσω της προώθησης μιας «βιομηχανίας της πραγματονωμοσύνης» - μεταξύ των άλλων και μέσω μιας «προκλητής ζήτησης».

Μια «βιομηχανία» που είδαμε ν΄ ανθίζει στα ιταλικά «δικαστικά ψυχιατρεία» OPG) τα οποία, πέρα από τις άθλιες και κατασταλτικές συνθήκες στη βάση των οποίων λειτουργούσαν, ήταν και προνομιακό πεδίο για μέλη της μαφίας τα οποία, μ΄ ένα ψυχιατρικό πιστοποιητικό, απαλλάσσονταν, λόγω υποτιθέμενου «ακαταλόγιστου», από τις ποινικές συνέπειες του εγκλήματος που είχαν διαπράξει, για να βγουν σε σύντομο χρονικό διάστημα από το OPG, ως αναρρώσαντες «ψυχικά ασθενείς». Τα «δικαστικά ψυχιατρεία» στην Ιταλία, υποτίθεται ότι έκλεισαν πριν δυο χρόνια, ωστόσο, κατά τα φαινόμενα, όπως συμβαίνει με όλες τις «μεταρρυθμίσεις» στη σημερινή Ευρώπη, οι πρακτικές που ασκούσαν, έχουν, ως επί το πλείστον, μεταφερθεί στις μικρότερες δομές που δημιουργήθηκαν για να τα αντικαταστήσουν, ενώ, κάποια από αυτά, εξακολουθούν να παραμένουν.
Ανεξαρτήτως, όμως, όλων αυτών, η ψυχιατροδικαστική  (στην οποία ανατίθεται η επιστημονική διεύθυνση του ΨΚΚ) δεν έχει καμιά δουλειά με τα προβλήματα ψυχικής υγείας των κρατουμένων. Στο βαθμό που τα προβλήματα αυτά δεν έχουν σχέση με την τέλεση του αδικήματος για το οποίο κρατούνται, δεν εισέρχονται στο πεδίο της ψυχιατροδικαστικής, αλλά της ψυχιατρικής, της ψυχολογίας, των υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Η ψυχιατροδικαστική έχει ρόλο (αυτόν τουλάχιστον στη βάση του οποίου έχει συγκροτηθεί και, εν πολλοίς, «κατασκευαστεί») μόνο από τη στιγμή που τίθεται ζήτημα πραγματογνωμοσύνης σχετικά με το αν, και σε ποιο βαθμό, μια ψυχική διαταραχή συνετέλεσε στην καθαυτό τέλεση ενός αδικήματος (με όλη τη συζήτηση που εν προκειμένω προκύπτει για μη καταλογισμό, μερικό καταλογισμό κλπ).

Εδώ και πολύ καιρό επιχειρείται, ωστόσο, να λειτουργήσει η ψυχιατροδικαστική, μέσα από την βαθμιαία της διείσδυση στην διαχείριση του ΨΚΚ, ως ο συνεκτικός δεσμός/δίαυλος ανάμεσα στο σωφρονιστικό σύστημα και τον ψυχιατρικό θεσμό. Από τη στιγμή που η ψυχιατροδικαστική επιχειρεί να θέσει υπό την δικαιοδοσία της όλο το φάσμα της παραβατικότητας, τότε ανοίγονται διαδρομές εγκληματοποίησης της ψυχικής οδύνης (κατ΄ αντιστοιχίαν της ποινικοποίησης της φτώχειας) και νεο-λομπροζιανών προσεγγίσεων στην αντιμετώπιση της εκάστοτε οριζόμενης ως παραβατικής/εγκληματικής συμπεριφοράς.

Αποτελεί, άλλωστε, μια διεθνή τάση, στην εποχή της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, με το βίαιο κλείσιμο των ψυχιατρείων, την απουσία/κατάρρευση των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και του «προνοιακού κράτους» και με την αναδιάταξη των χώρων του κοινωνικού αποκλεισμού και του εγκλεισμού που επιτελείται, ένας μεγάλος αριθμός ψυχικά πασχόντων ν΄ αποτελούν, πλέον, κρατούμενους στις φυλακές - ένα τεράστιο ποσοστό του (υπερ)πληθυσμού των οποίων (με πρωτοπορία, εν προκειμένω, τις ΗΠΑ) είναι, τα τελευταία χρόνια, άτομα με ψυχιατρική εμπειρία.
Το προεδρικό διάταγμα για την ένταξη του ΨΚΚ στο ΕΣΥ θα μπορούσε, κατ΄ αρχήν, να χαρακτηριστεί σαν ένας φραστικός καλλωπισμός της υπάρχουσας και αμετάκλητα κατασταλτικής και απανθρωποποιητικής συνθήκης υπό την οποία δομείται και λειτουργεί το ΨΚΚ.

Μιλούν για 190 ανδρικές κλίνες, με την προσχηματική προσθήκη μόλις 10 γυναικείων κλινών,  που δεν ξέρουν καν πού θα τις εγκαταστήσουν. Ένας αριθμός που ξεπερνά δραματικά, σε αναλογία πληθυσμού αναφοράς, το ΨΝΑ (243 κλίνες στα τμήματα εισαγωγών) και το Δρομοκαίτειο (περί τις 230 κλίνες). Στην πραγματικότητα, πρόκειται για απλή μετονομασία του υπάρχοντος (κελιά και άλλοι χώροι, με κάποιες, πιθανόν, διαρρυθμίσεις) σε νοσοκομειακές κλίνες. Στη δύναμη αυτή των κλινών ενός υποτίθεται «ψυχιατρικού νοσοκομείου του ΕΣΥ» περιλαμβάνονται και οι «κλίνες» (κελιά) των κρατουμένων που θα διαμένουν/κρατούνται εκεί για να προσφέρουν εργασία στο ΨΚΚ.
Μιλούν για δημιουργία τμήματος «μακράς νοσηλείας», τη στιγμή που τέτοια τμήματα αποτελούν  τον απόλυτο αναχρονισμό και έχουν σε σημαντικό βαθμό συρρικνωθεί, βαίνοντας προς την πλήρη κατάργηση, ακόμα και στα άκρως ιδρυματικά ελληνικά ψυχιατρεία.

Μιλούν για αντιμετώπιση των «οξέων περιστατικών» στη βάση των «αρχών της κοινοτικής φροντίδας», τη στιγμή που μια τέτοια προσέγγιση δεν υπάρχει ούτε στις υπάρχουσες «κανονικές» μονάδες ψυχιατρικής νοσηλείας (θα μπορούσε να υπάρξει μόνο σε νοσηλεία/φιλοξενία σε κλίνη Κέντρου Ψυχικής Υγείας - αν ποτέ υπήρχε σ’ αυτή τη χώρα).

Μιλούν για επανένταξη πού; Μέσα στη φυλακή; Μιλούν για «παρατηρητήριο ‘μεταθεραπευτικής’ (ίσως να εννοούν μετανοσοκομειακής) παρακολούθησης και εποπτείας» τη στιγμή που ακόμα και τώρα, ύστερα από χρόνια παρέμβασης της ψυχιατροδικαστικής ομάδας, ένας, πχ, κρατούμενος/νοσηλευόμενος με «μερικό καταλογισμό», εκτίει στο ΨΚΚ τα πέντε από τα έξη χρόνια της ποινής του και παίρνει εξιτήριο από εκεί ταυτόχρονα με την αποφυλάκισή του - για να βρεθεί στο απόλυτο κενό, τελείως αβοήθητος και μόνο αν κατά τύχη συναντήσει στο δρόμο του κάποιο Κοινωνικό Ιατρείο Αλληλεγγύης μπορεί να τύχει μιας στήριξης και βοήθειας (υπάρχουν παραδείγματα).
Αλλωστε, για ποιο «παρατηρητήριο» και ποια μετανοσοκομειακή φροντίδα μιλάμε όταν ο σχεδόν αποκλειστικός τρόπος πρόσβασης στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας εξακολουθεί να γίνεται είτε με την εκούσια προσέλευση του ατόμου στα εξωτερικά ιατρεία, είτε με τη βίαιη προσαγωγή του για εγκλεισμό κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας. Δεν υπάρχει πουθενά η κουλτούρα και  πρακτική της κίνησης των υπηρεσιών «προς» το αίτημα, για «συνάντηση μέσα στην κοινότητα» - εκτός αν το παρατηρητήριο θα είναι για να μαζεύει στατιστικά στοιχεία για ανακοινώσεις σε συνέδρια.

«Κατανοητά» όλα αυτά, αν μάλιστα σκεφτεί κανείς ότι η Β’ Πανεπιστημιακή Κλινική του Αττικού νοσοκομείου είναι η μόνη ψυχιατρική κλινική, στο σύστημα εφημερίας του λεκανοπεδίου, που δεν δέχεται ακούσιες νοσηλείες (δεν θέλει; δεν μπορεί; δεν ξέρει;) και εφημερεύει πάντα επικουρικά στο Δρομοκαίτειο, με τρόπο που, ακόμα και για τις εκούσιες νοσηλείες, να υπάρχει μια «ρύθμιση», έτσι ώστε κάποιες «επιλεγμένες» να κατευθύνονται στην πανεπιστημιακή κλινική, ενώ οι πιο «πολύπλοκες» στο ψυχιατρείο.  

Ωστόσο, η ένταξη του ΨΚΚ στο ΕΣΥ είναι κάτι πολύ περισσότερο από απλή μετονομασία. Δεν είναι απλώς κάτι αρνητικό, αλλά έχει και μια θετική διάσταση (με την έννοια του Φουκώ). Πρόκειται, στην ουσία, για την ιδρυτική πράξη του «δικαστικού ψυχιατρείου», του ειδικού  ψυχιατρικού καταστήματος για την φύλαξη των λεγόμενων ακαταλογίστων, που από καιρό επιδιώκεται από πολλές πλευρές και που με αυτό το προεδρικό διάταγμα γίνεται προσπάθεια  να περάσει στα «μουλωχτά».
Για πρώτη φορά θεσπίζεται μια δομή που ανήκει ταυτόχρονα στην δικαιοδοσία και του Υπουργείου Δικαιοσύνης και του Υπουργείου Υγείας-αυτό, δηλαδή, που ήταν το ζητούμενο για το «δικαστικό ψυχιατρείο». Αφού στο ΨΚΚ θα υπάρχει επίσημα φυλακτικό προσωπικό (που δεν υπάρχει στα ψυχιατρεία, πράγμα από αποτελεί το σύνηθες προβαλλόμενο επιχείρημα για την απόρριψη των νοσηλευομένων/φυλασσομένων στη βάση του άρθρου 69 ΠΚ, προς έναν πιο κλειστό και κατασταλτικό θεσμό) και εφόσον το ΨΚΚ είναι, πλέον, και στην δικαιοδοσία του Υπουργείου Υγείας, ως «ένα από τα νοσοκομεία του ΕΣΥ», γιατί να μη μπορούν να μεταφερθούν σε αυτό ασθενείς του αρ. 69 ΠΚ από τα άλλα, επίσης του ΕΣΥ, ψυχιατρεία; Κατ΄ αρχήν, λίγοι, οι χαρακτηρισμένοι ως πιο «επικίνδυνοι» και «δύσκολα διαχειρίσιμοι» και, σιγά-σιγά, όπως συνήθως γίνεται, όλοι. Μια λύση φτηνή, σε κάτι που ήδη υπάρχει, αντί να αναζητείται η δημιουργία μιας νέας δομής (κτιρίου, προσωπικού κλπ).

Γνωρίζουμε ότι η επιδίωξη, τα τελευταία χρόνια, του «βίαιου κλεισίματος» των ψυχιατρείων (χωρίς, δηλαδή, ολοκληρωμένο σύστημα κοινοτικών υπηρεσιών εναλλακτικών στον εγκλεισμό) σκόνταφτε, μεταξύ άλλων, και στην ανυπαρξία κατάλληλου «καταστήματος» για τον εγκλεισμό των «ακαταλόγιστων» του αρ. 69 ΠΚ, που τώρα νοσηλεύονται στα ψυχιατρεία. Με την όλη συζήτηση, μέσα στο καταρρέον και όλο και πιο εσωστρεφές και αμυντικό ψυχιατρικό σύστημα, να έχει επικεντρωθεί στην διαχείριση της «επικινδυνότητας» και στην προώθηση, από την κυρίαρχη ψυχιατρική, του αιτήματος για ένα «δικαστικό ψυχιατρείο» - που  δεν θα είναι παρά η υλική και θεσμική ενσάρκωση, το σήμα κατατεθέν, της υποτιθέμενης «κοινωνικής επικινδυνότητας» του ψυχικά ασθενή. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό.

Το κυρίαρχο κοινωνικό σύστημα, απέναντι στην απειλή της «κοινωνικής αταξίας», πηγή της οποίας είναι το πνίξιμο των αναγκών της πλειονότητας από την κυρίαρχη κανονικότητα, επιχειρεί, όπως πάντα, να διαχειριστεί αυτή την «αταξία», μεταξύ άλλων, και μέσα από μια όλο και πιο επεξεργασμένη κατηγοριοποίηση και ταξινόμηση των ανεπιθύμητων κοινωνικών ομάδων, που προβάλλονται ως οι φορείς της «κοινωνικής επικινδυνότητας». Μέρος αυτής της διαχείρισης, που αναδεικνύεται όλο και πιο πολύ ως μονόδρομος, είναι οι ποικίλες αφορμές και μορφές εγκλεισμού.
Ηδη επί Τόνι Μπλερ στην Αγγλία, είχε αρχίσει να εφαρμόζεται ο εγκλεισμός στα ειδικά ψυχιατρεία (High και Medium Security Mental Hospitals) ατόμων, κυρίως νέων, που χαρακτηρίζονταν ως πάσχοντες από «σοβαρά επικίνδυνη διαταραχή προσωπικότητας» - ένας κοινωνικοπολιτικού χαρακτήρα προσδιορισμός που δεν υπάρχει ούτε στα επίσημα διαγνωστικά/ταξινομικά συστήματα. Και ο εγκλεισμός γινόταν, και γίνεται, με μόνη την απόδοση του χαρακτηρισμού, χωρίς καν την διάπραξη μιας σοβαρής παραβατικής πράξης. Σχετικές συζητήσεις και παρουσιάσεις,  σε συνέδρια και αλλού, γίνονται και εδώ, για την εισαγωγή, ως είθισται, των εξ΄ Εσπερίας αντίστοιχων μοντέλων και πρακτικών.

Το «δικαστικό ψυχιατρείο» είναι ένας αναχρονισμός και το μόνο που το κάνει επίκαιρο και απαραίτητο είναι η ανάγκη του κυρίαρχου συστήματος, σ΄ αυτή την εποχή της πιο βαθιάς και χωρίς τέλος κρίσης του, να μεταλλάξει τα παλιά και ταυτόχρονα ν΄ αποκτήσει νέα εργαλεία ελέγχου και καταστολής, απόρριψης και εγκλεισμού, συμμόρφωσης ή  εκμηδένισης, όσων αποκλίνουν από τους κυρίαρχους ορισμούς της κανονικότητας.

Το προεδρικό διάταγμα για την ένταξη του ΨΚΚ στο ΕΣΥ δεν αφορά τίποτα άλλο, δεν φέρνει καμιά άλλη αλλαγή, παρά μόνο την θεσμοθέτηση ενός τέτοιου οργάνου. Εναλλακτικές στο «δικαστικό ψυχιατρείο» υπάρχουν και μάλιστα έχουν με επιτυχία εφαρμοστεί σε διάφορες περιπτώσεις διεθνώς. Αλλά δεν υπάρχει «χώρος» γι΄ αυτές στη σημερινή Ελλάδα, ούτε και στη σημερινή Ευρώπη - παρά μόνο σε μια ριζικά «άλλη Ελλάδα» και μια ριζικά «άλλη Ευρώπη». Μ΄ ένα ριζικά εναλλακτικό σύστημα Ψυχικής Υγείας και ταυτόχρονα Δικαιοσύνης, στη βάση της πορείας προς ένα «άλλο», ριζικά εναλλακτικό σύστημα κοινωνικών σχέσεων.

Το ζήτημα δεν είναι, φυσικά, να περιμένει κανείς καρτερικά ένα μέλλον εξ΄ ουρανού – που, έτσι, δεν θα έλθει ποτέ. Το ζήτημα για την προετοιμασία του μέλλοντος, στην όποια διάσταση της κοινωνικής μας ζωής, είναι η αμφισβήτηση του παρόντος. Και όπως έλεγε ο Γκουαταρί,  «αυτό που λείπει, είναι  η αντίσταση στο παρόν».  
 
15/12/2016

Θ. Μεγαλοοικονόμου

Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

Τα «κόλπα» του μυαλού για να αντιμετωπίσετε την κατάθλιψη

από κουτί της πανδώρας




Η φαρμακευτική αγωγή μπορεί όντως να βοηθήσει τα άτομα που έχουν κατάθλιψη. Αλλά ένα είδος θεραπείας που ονομάζεται γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία και το οποίο επικεντρώνεται στην αλλαγή της καθημερινής συμπεριφοράς, είναι ένας εξίσου αποτελεσματικός τρόπος για να μειώσετε αισθητά τα συμπτώματα της κατάθλιψης.

Είναι μια μέθοδος που εστιάζει σε αυτά που που κάνετε ή/και σκέφτεστε και τα οποία σας φέρνουν κατάθλιψη, υποστηρίζει ο δρ Simon Rego, διευθυντής του τμήματος Εκπαίδευσης στην Ψυχολογία στο Ιατρικό Κέντρο Montefiore στη Νέα Υόρκη.

Δείτε μερικές απλές αλλαγές που προτείνει να κάνετε στην καθημερινότητά σας, προκειμένου να “αντιστρέψετε” τα συμπτώματα της κατάθλιψης:

Μην καταστροφολογείτε

Ένας τρόπος που σαμποτάρετε τον ίδιο σας τον εαυτό είναι να πάρετε ένα απλό γεγονός και να το αντιμετωπίσετε ως μια συνεχή πηγή αρνητικότητας. “Οι άνθρωποι που είναι άνεργοι να το κάνουν αυτό πολύ συχνά”, λέει ο Rego. “Έχουν χάσει τη δουλειά τους λόγω της οικονομίας και το κάνουν ένα προσωπικό πρόβλημα”. Είναι επίσης ανθυγιεινό να καταστροφολογείτε, δηλαδή να εστιάζετε στην χειρότερη δυνατή έκβαση μιας κατάστασης, ακόμα κι αν αυτό είναι παράλογο. Για παράδειγμα, μην αφήνετε τις ανησυχίες σας για τα χρήματα να κλιμακώνονται σε τέτοιο βαθμό στο μυαλό σας, που να σκέφτεστε ότι θα μείνετε άστεγοι. Αυτό δεν θα σας βοηθήσει. Αντί της σκέψης, “δεν πρόκειται ποτέ να βρω μια άλλη δουλειά”, προσπαθήστε να πείτε στον εαυτό σας: “Θα βρω δουλειά, απλά μπορεί να πάρει περισσότερο χρόνο”.

Ξεφύγετε από τις έμμονες σκέψεις

Σας έχει τύχει σίγουρα κάποια στιγμή να έχετε κάποια λογομαχία ή διαφωνία ή τσακωμό με κάποιο άτομο και στη συνέχεια να σκέφτεστε διαρκώς όσα έγιναν, αυξάνοντας έτσι τον εκνευρισμό σας, το στρες και το άγχος που ενδεχομένως σας προκαλούν αυτές οι σκέψεις. Αυτό το είδος σκέψης συνδέεται με μεγαλύτερο κίνδυνο να πέσετε ή να παραμείνετε σε κατάθλιψη. Ενώ ο προβληματισμός και η ανάλυση του τι έγινε μπορεί να είναι ένα καλό πράγμα και μπορεί να σας βοηθήσει να λύσετε κάποια προβλήματα, ο “μηρυκασμός” και η εμμονή κάνει το αντίθετο. Εάν πιάσετε τον εαυτό σας να σκέφτεται έτσι, μελέτες δείχνουν ότι μπορεί να σας βοηθήσει αν προσπαθήσετε να αποσπάσετε το μυαλό σας με κάτι άλλο, ή αν κάνετε διαλογισμό ή αν με κάποιον τρόπο ανακατευθύνετε τις σκέψεις σας σε κάτι άλλο.

Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον

Οι άνθρωποι που έχουν κατάθλιψη τείνουν να πείθουν τους εαυτούς τους ότι ξέρουν ακριβώς με ποιον τρόπο θα εξελιχθούν τα πράγματα στο μέλλον, τουλάχιστον στο άμεσο. Και κατά κανόνα αυτή η εξέλιξη “προβλέπει” άσχημες εξελίξεις, αν όχι εντελώς “καταστροφικές”. Προσπαθήστε σε κάθε περίπτωση να θυμάστε ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον και θα συνειδητοποιήσετε ότι θα ανακουφιστείτε από την σκέψη ότι πλέον οι αγωνίες θα “φαντάζουν” πολύ πιο διαχειρίσιμες.

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Ξεχασμένοι στα Ψυχιατρεία της Ελλάδας

από vice

Ξεχασμένοι στα Ψυχιατρεία της Ελλάδας

«Εδώ στην κοιλιά πονάω...», λέει σηκώνοντας αργά τη λευκή κοντομάνικη φανέλα για να υποδείξει το σημείο. Τα χέρια του «χορεύουν» σε έναν ακατάσχετο ρυθμό -μια νεαρή νοσοκόμα σπεύδει κοντά του προσπαθώντας να τα κρατήσει σταθερά. «Ηρέμησε, που πονάς; Δείξε μου». Η φωνή της είναι καθησυχαστική -ο «μητρικός» τρόπος που τον αγκαλιάζει μαρτυρά ότι οι δυο τους γνωρίζονται καιρό. «Εδώ...» ψελλίζει φοβισμένος, ενώ το βλέμμα του, απλανές και ευάλωτο, «διασχίζει» το χώρο του νοσοκομείου.

Ο Μ. ζει στο Μποδοσάκειο ίδρυμα μια ολόκληρη ζωή -ξεχασμένος για δεκαετίες από συγγενείς και φίλους. Σήμερα, στην τρίτη ηλικία πια, έχει συνδέσει κάθε πτυχή της καθημερινότητάς του με το άσυλο. Όπως εκατοντάδες ψυχικά ασθενείς στην Ελλάδα.

Μέχρι και τα μέσα του 20 ου αιώνα οι φορείς υγείας, παγκοσμίως, θεωρούσαν την κοινωνία ένα απειλητικό και βίαιο περιβάλλον για τους ανθρώπους με ψυχικές διαταραχές -το άσυλο αντιθέτως ήταν ένας χώρος που σεβόταν την ετερότητα του ατόμου. Με την πάροδο του χρόνου τα ψυχιατρικά ιδρύματα ανέπτυξαν τις δικές τους, εξόχως σκληρές, «διαταραχές». Σύντομα ο αποκλεισμός των ασθενών από την κοινωνία, οι διαρκείς διαχωρισμοί και η απάνθρωπη μεταχείριση συνέθεσαν ένα εκρηκτικό παζλ που ξεσήκωσε ποικίλες αντιδράσεις. Το αποτέλεσμα ήταν να αναπτυχθεί τη δεκαετία του '50 ένα νέο ψυχιατρικό κίνημα, το οποίο αναφέρθηκε ανοιχτά στην ανάγκη «αποασυλοποίησης» των ψυχικά πασχόντων, θέτοντας ως κυρίαρχο στόχο την παροχή της ψυχιατρικής φροντίδας εντός της κοινότητας.

+

Το Σεπτέμβριο του 1989 ο βρετανικός Τύπος αποκαλύπτει τις άθλιες συνθήκες στέγασης και μεταχείρισης στη μία από τις δύο μονάδες οξέων περιστατικών που διαθέτει η Λέρος.



Στην Ελλάδα μέχρι και το 1983 οι ανάγκες της ψυχικής υγείας καλύπτονταν από εννιά δημόσια ψυχιατρεία και 40 ψυχιατρικά νοσοκομεία ιδιωτών, όλα ανεπαρκώς εξοπλισμένα και με ανειδίκευτο προσωπικό. Δυο χρόνια μετά την είσοδο της χώρας στην ΕΟΚ, φθάνει για πρώτη φορά στη Λέρο, με οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια ομάδα ειδικών της ψυχικής υγείας με επικεφαλής τον καθηγητή Ιβόρ Μπράουν για να αξιολογήσει το άσυλο στο νησί. Από την πρώτη κιόλας στιγμή διαπιστώνεται ότι δεν επιτελείται καμία θεραπευτική αγωγή στους ασθενείς. Οι τρόφιμοι μόλις και μετά βίας εκπληρώνουν ακόμα και τις βασικές βιολογικές τους ανάγκες. Η επιστημονική ομάδα, έκπληκτη από τις απάνθρωπες συνθήκες που συναντά, ζητά από την ελληνική κυβέρνηση την άμεση εξυγίανση του ιδρύματος και τη μεταφορά των τροφίμων στους τόπους καταγωγής τους και σε δομές στην κοινότητα. Την ίδια χρονιά το 1983 ξεκινούν στην Ελλάδα οι πρώτες προσπάθειες αναμόρφωσης του ψυχιατρικού συστήματος με την ψήφιση του Νόμου 1397/83, άρθρο 21, ο οποίος αναφέρεται στην παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας από δύο σύγχρονες κοινοτικές μονάδες: Το Κέντρο Ψυχικής Υγείας και το Ψυχιατρικό Τμήμα του Γενικού Νοσοκομείου. Στόχος είναι να μεταφερθεί η φροντίδα των ψυχικά ασθενών εντός της κοινότητας. Το συγκεκριμένο άρθρο ουσιατικά αποτελεί την «αφετηρία της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα», ενώ σε συνδυασμό με τον κανονισμό της ΕΟΚ 815/84 έδωσε την ευκαιρία στη χώρα να υποστηριχθεί οικονομικά με 120 εκ. ECU, για το μετασχηματισμό των ψυχιατρικών υπηρεσιών.



Βέβαια τα αποτελέσματα της εφαρμογής του πρώτου μεταρρυθμιστικού προγράμματος δεν ήταν τα αναμένομενα. Παρότι ο ασυλιακός πληθυσμός της Λέρου μειώνεται από 1509 ασθενείς το '84, σε 1350 το '87 (κυρίως λόγω θανάτων), η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού, η γραφειοκρατία και η απραξία των συστημάτων υγείας συνθέτουν μια σειρά από ανυπέρβλητα εμπόδια για ουσιαστική αλλαγή. Την ίδια στιγμή, το «στίγμα» της ασθένειας οδηγεί την κοινωνία και τους τοπικούς φορείς να αντισταθούν στην εδραίωση νέων μονάδων ψυχικής υγείας στις κοινότητές τους.

Το Σεπτέμβριο του 1989 ο βρετανικός Τύπος αποκαλύπτει τις άθλιες συνθήκες στέγασης και μεταχείρισης στη μία από τις δύο μονάδες οξέων περιστατικών που διαθέτει η Λέρος. Είναι χαρακτηριστικό το ρεπορτάζ του BBC αλλά και το πρωτοσέλιδο του «Observer»: «Το ένοχο μυστικό της Ευρώπης» γράφει ο τίτλος με πηχιαία γράμματα, ενώ μια φωτογραφία γυμνών ασθενών συμπληρώνει την εικόνα ντροπής. Η ευρωπαϊκή κοινότητα απαιτεί να επέμβει άμεσα η ελληνική πολιτεία, απειλώντας την με διακοπή της μεταρρυθμιστικής χρηματοδότησης αν δεν αλλάξει κάτι. Το '89 δημιουργείται ένα νέο λεπτομερές πρόγραμμα για το ψυχιατρικό ίδρυμα της Λέρου υπό την καθοδήγηση μιας ειδικής ευρωπαϊκής επιτροπής, ενώ το '91, λόγω καθυστέρησης της εφαρμογής του, το ευρωπαϊκό συμβούλιο επανέρχεται με αναμορφωμένη διάταξη (4130/88) δίνοντας μια δεύτερη ευκαιρία στην Ελλάδα. Το πρόγραμμα του '91 έχει διακριτούς στόχους και αυστηρό χρονοδιάγραμμα, ενώ η ολοκλήρωσή του το '95 φέρνει κάποια πρώτα αποτελέσματα, καθώς στο τέλος του έτους λειτουργούν νέοι χώροι ψυχιατρικής φροντίδας όπως ξενώνες, οικοτροφεία, κοινοτικά κέντρα ψυχικής υγείας, ψυχιατρικά τμήματα σε γενικά νοσοκομεία και επαγγελματικά εργαστήρια. Βέβαια ακόμα και το πιο επιτυχημένο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, έως τότε, δεν καταφέρνει να εκπληρώσει βασικούς στρατηγικούς στόχους, με αποτέλεσμα 19 νομοί της χώρας να μην έχουν εύκολη πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας.



«Ας μην χρησιμοποιούμε τον ορό αυτό, είναι ατυχής η έκφραση. Πολλές φορές ακόμα και η χρήση των λέξεων στιγματίζει την ψυχική υγεία. Αυτό που αποκαλούμε "ίδρυμα", άθελα μας αναπαράγει την ασυλιακή νοοτροπία».

Λίγο πριν από την αυγή της νέας χιλιετίας, η ψήφιση του νόμου 2716/99 για την «ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών ψυχικής υγείας», βάση ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ορίζει το θεσμικό πλαίσιο για την περαιτέρω υλοποίηση της μεταρρύθμισης, δημιουργώντας το φιλόδοξο πολυετές πρόγραμμα «Ψυχαργώς», ένα εθνικό σχέδιο για το μετασχηματισμό του τρόπου παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας, με μετάθεση του βάρους από την ασυλικού τύπου περίθαλψη στην κοινοτική φροντίδα. Η πρώτη φάση του «Ψυχαργώς», με χρηματοδότηση ύψους 36 εκ. ευρώ από κονδύλια της Ε.Ε (συν 9.4 εκ. από το εθνικό πρόγραμμα Υγεία-Πρόνοια '94-'99), εφαρμόζεται σε 31 πόλεις σε όλη τη χώρα και εμπεριέχει διαρκείς παρεμβάσεις αποασυλοποίησης ασθενών από τα ψυχιατρικά νοσοκομεία. Ολοκληρώνεται το 2001 με τη δημιουργία οικοτροφείων, εξωνοσοκομειακών μονάδων στέγασης, αλλά και υπηρεσιών επαγγελματικής εκπαίδευσης για τους ασθενείς. Η δεύτερη φάση του προγράμματος (2002-2009), η οποία χρηματοδοτήθηκε από το Γ' Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης με συνολικό προυπολογισμό 218,6 εκ. ευρώ έχει τέσσερις βασικούς άξονες. Την αποασυλοποίηση και κοινωνική επανένταξη των ασθενών, την επέκταση των δομών στην κοινότητα, την ενίσχυση της κοινωνικής αλληλεγγύης και τέλος την κατάρτιση του προσωπικού. Στη β' φάση εντάσσονται και 33 μη κυβερνητικές οργανώσεις. Παρότι αποσπούν ένα σημαντικό μέρος της χρηματοδότησης, σήμερα λιγότερες από το 1/3 αυτών είναι ενεργές. Εν τω μεταξύ τον Ιανουάριο του 2004 μπαίνουν και τα πρώτα «λουκέτα» σε ψυχιατρικά ιδρύματα -αρχικά στην περιφέρεια. Η αρχή γίνεται με το κλείσιμο του ασυλικού τμήματος του νοσοκομείου της Πέτρας Ολύμπου, το Φεβρουάριο του 2004, ενώ το πρώτο νοσοκομείο που κλείνει ολοκληρωτικά (εκτός δηλαδή από τα ασυλικά τμήματα διακόπτεται και η λειτουργία των οξέων περιστατικών) είναι το νοσοκομείο Χανίων την 1 η Φεβρουαρίου του 2006. Ακολουθεί το νοσοκομείο της Κέρκυρας και το Παιδοψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής το 2007. Το προσωπικό στα συγκεκριμένα νοσοκομεία μεταφέρεται στην κοινότητα σε μονάδες ψυχικής υγείας, ενώ ένα μέρος του στελεχώνει τους Κοινωνικούς Συνεταιρισμούς Περιορισμένης Ευθύνης (ΚΟΙ.Σ.ΠΕ).



«Ξεκαθαρίζω ότι το ΨΝΑ θα μετασχηματιστεί σίγουρα μέχρι τον Ιούνιο του 2015. Ολοκληρώνεται το πόρισμα του τεχνικού κλιμακίου που έγινε στην Αττική και όλα βαίνουν καλώς».

Σήμερα το πρόγραμμα «Ψυχαργώς» βρίσκεται στην τρίτη φάση του. Ποια πορεία, όμως, διαγράφει στις μέρες μας και γιατί μια ψυχιατρική μεταρρύθμιση η οποία ξεκίνησε με καλές προθέσεις, προκαλεί ολοένα και περισσότερες αντιδράσεις;


Στέκομαι έξω από το Ψυχιατρικό Νοσομοκείο Αττικής -το μεγαλύτερο ίδρυμα ψυχικής υγείας στα Βαλκάνια. Ο διοικητής του Ψ.Ν.Α, Παύλος Θεοδωράκης, με υποδέχεται στο γραφείο του. Είναι ο άνθρωπος που έκλεισε το ψυχιατρικό νοσοκομείο Χανίων και ανέπτυξε στη θέση του υπηρεσίες ψυχικής υγείας στην κοινότητα -πλέον ετοιμάζεται να μετασχηματίσει και το ΨΝΑ (Δαφνί-Δρομοκαΐτειο). Καθώς του αναφέρω τη λέξη «ίδρυμα» στην πρώτη ερώτηση, αντιδρά. «Ας μην χρησιμοποιούμε τον ορό αυτό, είναι ατυχής η έκφραση. Πολλές φορές ακόμα και η χρήση των λέξεων στιγματίζει την ψυχική υγεία. Αυτό που αποκαλούμε "ίδρυμα", άθελα μας αναπαράγει την ασυλιακή νοοτροπία». Τον ρωτώ αν τελικά θα καταφέρουν τα Γενικά Νοσοκομεία να απορροφήσουν τον κόσμο που εξυπηρετεί το Δαφνί ή το Δρομοκαΐτειο, εφόσον κλείσουν τον Ιούνιο του 2015 όπως ορίζει το «σύμφωνο Λυκουρέντζου-Αντόρ» και αν υπάρχουν χρήματα δεδομένης της οικονομικής συγκυρίας. «Καταρχήν, ξεκαθαρίζω ότι το ΨΝΑ θα μετασχηματιστεί σίγουρα μέχρι τον Ιούνιο του 2015. Ολοκληρώνεται το πόρισμα του τεχνικού κλιμακίου που έγινε στην Αττική και όλα βαίνουν καλώς. Επισκέφτηκα προσωπικά με το τεχνικό κλιμάκιο που όρισε η υφυπουργός όλα τα γενικά νοσοκομεία. Όσο για τα χρήματα θα βρεθούν και οι διαδικασίες θα προχωρήσουν βάση του προγράμματος. Φέρνω το παράδειγμα της Κρήτης, όπου πρώτα άνοιξαν τα αντίστοιχα τμήματα στα γενικά νοσοκομεία της περιοχής και μετά έκλεισε το ψυχιατρικό νοσοκομείο στα Χανιά. Αφού μία ολόκληρη υγεινομική περιφέρεια όπως αυτή της Κρήτης μπορεί να καλύψει τα τελευταία οκτώ χρόνια τις ανάγκες των κατοίκων της για υπηρεσίες ψυχικής υγείας χωρίς ψυχιατρείο, γιατί να μην μπορεί και ολόκληρη η Ελλάδα;».




Αναφέρομαι στον αριθμό των ασθενών που φιλοξενούνται σήμερα στο Δαφνί (η επίσκεψή μου πραγματοποιήθηκε στα μέσα Σεπτεμβρίου). Ο Παύλος Θεοδωράκης λέει: «Η χώρα μας πριν από 15 χρόνια είχε 4.500 χρόνιους ασθενείς στα εννιά ψυχιατρικά νοσοκομεία -σήμερα έχει 280, οι υπόλοιποι 4.220 βρίσκονται σε δομές εκτός. Είναι σε ξενώνες, οικοτροφεία και διαμερίσματα. Ποιος λοιπόν αμφιβάλει για την επιτυχία του εγχειρήματος; Εδώ έχει γίνει με 4.220, δεν θα μπορέσουμε με 280; Όσον αφορά τώρα τον αριθμό των ασθενών στο Δαφνί, έχω δύναμη για 1069, από αυτούς όμως οι 730 είναι σε εξωτερικές δομές. Στην Αγία Παρασκευή, το Παλαιό Φάληρο, τον Ασπρόπυργο, τη Γλυφάδα. Δεν βρίσκονται στο Δαφνί. Μέσα στο ΨΝΑ σήμερα υπάρχουν 92 χρόνιοι, περίπου 200 οξέα περιστατικά και 87 με το άρθρο 69. Αν τους αθροίσεις είναι περίπου 380 ασθενείς».



Ο σχεδιασμός της μεταρρύθμισης κινείται, σύμφωνα με το διοικητή του ΨΝΑ, σε τρεις άξονες. Όπως μου εξηγεί «οι τρεις αυτοί άξονες, αντιστοίχως αφορούν τρεις κατηγορίες ασθενών. Ο πρώτος άξονας -που είναι η αποασυλοποίηση- αναφέρεται στους χρόνιους ασθενείς των ψυχιατρείων, ο δεύτερος -που είναι η ανάπτυξη ψυχιατρικών κλινικών στα γενικά νοσοκομεία- αφορά τη νοσηλεία των οξέων περιστατικών και ο τρίτος, ο οποίος έχει να κάνει με το γενικό πληθυσμό που αντιμετωπίζει κάποια ψυχική διαταραχή, σχετίζεται με την παροχή υποστηρηκτικών υπηρεσιών ψυχικής υγείας μέσα στην κοινότητα. Αυτό που θέλουμε είναι να συνδέσουμε τους τρεις αυτούς άξονες της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης με τους ασθενείς που βρίσκονται στα ψυχιατρεία. Ουσιαστικά στα ιδρύματα νοσηλεύονται δύο κατηγορίες: Οι χρόνιοι και τα οξέα περιστατικά. Οι χρόνιοι θα αποασυλοποιηθούν με βάση τον πρώτο άξονα, τα δε οξέα περιστατικά θα βγουν από το ψυχιατρείο με βάση το δεύτερο άξονα -τη δημιουργία δηλαδή ψυχιατρικών κλινικών στα γενικά νοσοκομεία.

Εκτός από τις δύο ομάδες ασθενών στα ψυχιατρεία νοσηλεύονται και τα ψυχοιατροδικαστικά υπό το άρθρο 69 του ποινικού κώδικα. Κι εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα». Του ζητώ να μου εξηγήσει τι εννοεί. «Ουσιαστικά είναι άνθρωποι που έχουν κάνει ποινικά εγκλήματα -δολοφονίες, απόπειρες βιασμούς- όμως είναι ασθενείς. Έπραξαν, δηλαδή, έχοντας το ακαταλόγιστο. Υπάρχει λοιπόν η εξής στρέβλωση: Η χώρα μας είναι από τις ελάχιστες χώρες στην Ευρώπη η οποία δεν έχει αναπτύξει ειδικές υπηρεσίες για αυτούς τους ανθρώπους. Και όταν μιλώ για ειδική υπηρεσία δεν εννοώ να έχει την έννοια της φυλάκισης, αλλά της παροχής ουσιαστικών ειδικών υπηρεσιών. Αυτή η ομάδα των ασθενών δημιουργεί κενά στην οργάνωση του συστήματος: Πολλοί νοσηλεύονται μαζί με τα οξέα περιστατικά με αποτέλεσμα να μην λαμβάνουν την ειδική φροντίδα που απαιτείται, ενώ και τα οξέα περιστατικά νοσηλεύονται με ασθενείς που δεν θα έπρεπε. Αυτή η ανορθολογική κλινική διαχείριση των νοσηλευομένων υπό το άρθρο 69 προκαλεί δυσκολίες στην ολοκλήρωση της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Διότι η διαχείριση της αλλαγής απαιτεί παρακολούθηση της μεταβολής συγκεκριμένων δεικτών που δείχνουν την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα του συστήματος. Φανταστείτε ότι δεν μπορούμε να βγάλουμε ούτε βασικούς δείκτες, όπως ας πούμε είναι η μέση διάρκεια νοσηλείας ενός ασθενούς. Η μέση διάρκεια προκύπτει αθροίζοντας το συνολικό αριθμό νοσηλειών κατά έτος διαιρώντας τον με τους ασθενείς που νοσηλεύτηκαν. Όταν όμως στο 1ο Ψυχιατρικό Τμήμα, για παράδειγμα, σε κλινική 25 κλινών για οξέα, έχω 25 ασθενείς από τους οποίους οι 4 είναι με άρθρο 69, πόσα πραγματικά οξέα περιστατικά νοσηλεύεις; Νοσηλεύεις 21 και όχι 25 όπως φαίνεται. Θέλω να πω ότι για να αξιολογήσουμε ουσιαστικά την πορεία της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης χρειαζόμαστε καθαρά δεδομένα. Για να μπορούμε να ελέγχουμε που πάμε και όταν χρειάζεται να κάνουμε τις απαραίτητες διορθώσεις».




Στρέφω τη συζήτηση στους εργαζομένους του ΨΝΑ καθότι υπάρχουν ποικίλες και δυναμικές αντιδράσεις για το επερχόμενο «λουκέτο». «Στο Δαφνί εργάζονται 1.500 επαγγελματίες της ψυχικής υγείας και 500 είναι στο Δρομοκαΐτειο. Συνολικά στα τρία μεγάλα ψυχιατρεία της χώρας (μαζί με τη Θεσσαλονίκη) υπάρχουν 2.700 εργαζόμενοι. Ξεκαθαρίζω ότι άπαντες θα απορροφηθούν στις κοινοτικές δομές που δημιουργούνται. Μάλιστα προσλαμβάνεται ήδη και επιπλέον προσωπικό. Κανείς δεν θα απολυθεί, δε θα μπει σε διαθεσιμότητα ή κινητικότητα».

Επισημαίνω στο διοικητή του ΨΝΑ κάποιες από τις «αστοχίες» που παρατηρήθηκαν κατά την αποασυλοποίηση σε χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ. «Δεν υπήρξαν αστοχίες όπως τουλάχιστον αφήνετε να εννοηθούν. Έχω εργαστεί σε αρκετά ευρωπαϊκά νοσοκομεία και σας διαβεβαιώ ότι η ψυχιατρική μεταρρύθμιση στη Μ.Βρετανία, που ξεκίνησε επί Θάτσερ, συνεχίζεται επιτυχώς μέχρι σήμερα. Μάλιστα το σύστημα υγείας μεταρρυθμίζεται συνεχώς γιατί τα συστήματα υγείας είναι ένας ζωντανός οργανισμός όπως είμαστε εμείς και καθημερινά πρέπει να αλλάζουν και να προσαρμόζονται στις εκάστοτε συνθήκες. Η Αμερική είναι διαφορετική περίπτωση. Κάθε χώρα να ξέρετε αναπτύσσει το δικό της σύστημα και η ίδια προβλέπει ή δεν προβλέπει κάτι. Τα πράγματα είναι συγκεκριμένα στην ψυχιατρική μεταρρύθμιση. Ας πούμε για να μετασχηματιστεί το Δαφνί πρέπει να αναπτυχθούν 225 κλίνες στα γενικά νοσοκομεία, ώστε να καλυφθούν τα εννιά τμήματα οξέων του ΨΝΑ, με δύναμη κλινών 25 έκαστο».



«Αυτό που θέλουν είναι η εξόντωση της ψυχικής υγείας. Μας λένε ότι οι ασθενείς και οι εργαζόμενοι θα μεταφερθούν σε ψυχιατρικούς τομείς των γενικών νοσοκομείων. Πως; Επιτρέπει η δεδομένη κατάσταση των γενικών νοσοκομείων κάτι τέτοιο;».


Την ίδια ώρα στην πύλη, λίγες δεκάδες μέτρα μακριά από το γραφείο του Παύλου Θεοδωράκη, έχουν συγκεντρωθεί εργαζόμενοι με λευκές ποδιές για να διαμαρτυρηθουν για το επερχόμενο κλείσιμο. Κατηφορίζουν ήσυχα προς τον κεντρικό δρόμο για να προβούν σε συμβολικό αποκλεισμό και να μοιράσουν φυλλάδια με τα αιτήματά τους. Αυτά που ζητούν είναι δημόσια και δωρεάν ψυχική υγεία με κατάργηση κάθε μορφής επιχειρηματικής δραστηριότητας, πλήρη χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό, πάγωμα της μεταφοράς κλινικών και υπηρεσιών, όπως και να δημιουργηθεί ένα ενιαίο δίκτυο πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας περίθαλψης για την ψυχική υγεία, που να περιλαμβάνει τομεοποιημένα κέντρα ψυχικής υγείας, κέντρα ημέρας και στεγαστικές δομές ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης ανάλογα με την φύση της ασθένειας. Επίσης, ζητούν προσλήψεις μόνιμου προσωπικού σε όλες τις ειδικότητες, καμία παρακράτηση συντάξεων και άλλων περιουσιακών στοιχείων των ψυχικά πασχόντων και ενίσχυση των στεγνών προγραμμάτων απεξάρτησης, με πλήρη χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό.


«Δεν υπάρχει καμία αποασυλοποίηση των ασθενών», μου λέει ο πρόεδρος των εργαζομένων στο ΨΝΑ, Νίκος Παναγούλης. Εργάζεται εδώ και 28 χρόνια στο Δαφνί και όπως μου εξηγεί «... αυτό που θέλουν είναι η εξόντωση της ψυχικής υγείας. Μας λένε ότι οι ασθενείς και οι εργαζόμενοι θα μεταφερθούν σε ψυχιατρικούς τομείς των γενικών νοσοκομείων. Πως; Επιτρέπει η δεδομένη κατάσταση των γενικών νοσοκομείων κάτι τέτοιο; Εδώ μιλάμε για ένα εθνικό σύστημα υγείας που παραπαίει και σε αυτό το σύστημα θα προσθέσουν και ανθρώπους που είναι ψυχικά ασθενείς; Πού, σε ανύπαρκτες κλινικές; Οι οποίες όπως πληροφορούμαι θα στεγαστούν σε υπόγεια και ακατάλληλους χώρους γενικών νοσοκομείων; Και με ποια χρηματοδότηση θα πραγματοποιηθούν όλα αυτά; Κοιτάνε τους αριθμούς, όχι τους ανθρώπους. Γενναιόδωρα η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηματοδοτούσε για 15 χρόνια την ψυχιατρική μεταρρύθμιση, τι έγινε τελικά; Που είναι οι δομές; Το Μνημόνιο αναφέρει ρητά ότι η βασική πηγή χρηματόδοτησης θα είναι ο κρατικός προϋπολογισμός και ο ΕΟΠΠΥ. Ποιος ΕΟΠΠΥ, όμως; Που χρωστάει παντού; Θα σου πω με απλά λόγια τι θα συμβεί. Τόσο οι ασθενείς που βρίσκονται σε εξωνοσοκομειακές δομές όσο και οι άνθρωποι που νοσηλεύονται μέσα θα βρεθούν με μαθηματική ακρίβεια στο δρόμο. Υποτίθεται ότι μέχρι το 2010 θα έπρεπε να λειτουργούν 80 Κέντρα Ψυχικής Υγείας. Εν τέλει λειτουργούν 40. Τα Κέντρα Ψυχικής Υγείας είναι το άλφα και το ωμέγα της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Με προχειρότητες δεν γίνονται τομές στην υγεία». Τον ρωτώ για το ενδεχόμενο να χαθούν θέσεις εργασίας. Όπως μου διευκρινίζει, όμως, «... δεν πρόκειται να χαθούν, έτσι πιστεύω προσωπικά. Είμαστε τόσο λίγοι που δεν γίνεται να υπάρξουν απώλειες. Τα περισσότερα τμήματα υπολειτουργούν, οπότε κάπου θα απορροφηθεί το προσωπικό. Δεν μπορώ να πω το ίδιο όμως για τους άπορους και τους ανασφάλιστους ασθενείς. Εκεί είναι το πραγματικό πρόβλημα». Ζητώ την άποψη του για την ψυχιατρική μεταρρύθμιση. Στην κουβέντα παρεμβαίνει ο Δημήτρης Μαγριπλής, εργαζόμενος κι αυτός στο ΨΝΑ. «Είμαστε υπέρ της αποασυλοποίησης και κατά της απονοσοκομειοποίησης. Ένα νοσοκομείο μετασχηματίζεται όταν έχεις φτιάξει τους τομείς ψυχικής υγείας, τις κοινοτικές δομές και τις δομές ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης. Ώσπου να γίνει η μετάβαση θα πρέπει να φτιαχτεί το δίκτυο των υπηρεσιών και να γίνει ενίσχυση των ψυχιατρικών τημάτων στα γενικά νοσοκομεία. Βασικά αυτά που δεν έκαναν για χρόνια, τρώγοντας τα λεφτά, παλεύουν να τα δημιουργήσουν μέσα σε ελάχιστο χρόνο, στην πλάτη των ψυχικών ασθενών και των εργαζομένων».



«Πολλοί ασθενείς βρέθηκαν άστεγοι στα μετρό και στο περιθώριο των μεγαλουπόλεων. Δεν αποκλείεται η αθηναϊκή κοινωνία του 2020 να ζήσει ανάλογες καταστάσεις».


Βαδίζω προς το Γηροψυχιατρικό Τμήμα -στο Μποδοσάκειο νοσηλεύονται 46 υπερήλικες με χρόνιες και πολύπλοκες διαταραχές. Με υποδέχεται η προϊσταμένη νοσοκομειακού προσωπικού, Ελευθερία Μπερτσελή. «Δεν γίνονται πλέον εισαγωγές εδώ», μου εξηγεί καθώς περιφερόμαστε στους διαδρόμους του νοσοκομείου. Που και που ακούγονται φωνές ασθενών -οι νοσοκόμες τρέχουν να δουν τι συμβαίνει. Ρωτώ την προϊσταμένη αν καλύπτονται οι ανάγκες των ασθενών με το υπάρχον προσωπικό. «Όχι, έχουμε μεγάλο πρόβλημα. Οι βάρδιες είναι δύο άτομα το απόγευμα, δύο τη νύχτα και τρία με τέσσερα το πρωί. Μας λείπουν τραπεζοκόμοι, ψυχολόγοι, εργοθεραπευτές, άνθρωποι που θα μπορούν να ασχοληθούν με τους ασθενείς. Εδώ τα κάνουν όλα οι νοσοκόμες. Σερβίρουμε το φαγητό, ταΐζουμε τους ανθρώπους, διότι μιλάμε για ασθενείς με βαριές διαταραχές που πρέπει να αλέσεις το φαγητό τους, τους αλλάζουμε τις πάνες, τους πηγαίνουμε μια βόλτα. Δύο άνθρωποι πρέπει να εξυπηρετήσουν 46 μέσα σε ένα απόγευμα, αντιλαμβάνεται κανείς ότι δεν είναι καθόλου εύκολο. Πέρα από εμάς υπάρχει μόλις μία ψυχίατρος και ένας ειδικευόμενος».

Επισκέπτομαι τον κλινικό ψυχολόγο, Νίκο Μόσχο στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο της Νίκαιας. Υιοθετώντας το μοντέλο μιας ανοιχτής ψυχιατρικής φροντίδας στην κοινότητα, δημιουργείται μια ευρεία λίστα μονάδων και υπηρεσιών ψυχικής υγείας, η οποία καλείται να υποστηρίξει τη μεταρρύθμιση. Το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο της Νίκαιας αναμένεται να διαδραματίσει το δικό του ρόλο στις εξελίξεις. Μπορεί, όμως, να ανταπεξέλθει υπό τις παρούσες συνθήκες; Ο Νίκος Μόσχος είναι κάθετος. «Δεν μπορώ να καταλάβω πως τα ψυχιατρικά τμήματα των γενικών νοσοκομείων, θα εξυπηρετήσουν τον έξτρα κόσμο που θα προκύψει μετά το κλείσιμο του ΨΝΑ. Για να σου δώσω ένα παράδειγμα, χθες το βράδυ στο ψυχιατρικό τμήμα της Νίκαιας, με δύναμη κλινικής 24 κρεβάτια, βάλαμε και εφτά ράντζα. Σύνολο δηλαδή 31. Κι όλα αυτά με φουλ το Δαφνί, φουλ το Δρομοκαΐτειο. Πως θα ανταπεξέλθουμε; Εδώ με τις παρούσες συνθήκες είμαστε οριακά. Φαντάζομαι πως είναι ίδια η κατάσταση στα υπόλοιπα ψυχιατρικά τμήματα της Αττικής. Λένε ότι οι υφιστάμενες ψυχιατρικές κλινικές θα διευρυνθούν. Πως θα γίνει αυτό; Χωρίς χώρους, χωρίς χρηματοδότηση; Εγώ πιστεύω ότι είναι πρακτικά αδύνατο να προχωρήσει το κλείσιμο του ΨΝΑ, εκτός κι αν διατεθούν πολλά κεφάλαια στην ψυχιατρική. Ποιος όμως θα τα δώσει αυτά τα λεφτά; Ακόμα και από το ΕΣΠΑ να τα πάρουν, πόσα θα είναι; Απαιτούνται πολλά εκατομμύρια. Αντιθέτως, με μια καλύτερη διαχείρηση του Δαφνιού και του Δρομοκαϊτείου η Αθήνα θα μπορούσε να προσφέρει αξιοπρεπείς υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Με την προοπτική του κλεισίματος επέρχεται, τολμώ να πω, η καταστροφή». Τον ρωτώ τι εννοεί «καταστροφή». «Φοβάμαι πως θα συμβεί ό,τι και στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου στα πλαίσια μιας σκληρής νεοφιλελεύθερης πολιτικής, έγιναν μεν σημαντικές αλλαγές στις ψυχιατρικές δομές, όμως το κόστος αυτών των αλλαγών το πλήρωσαν τα φτωχότερα στρώματα των ψυχικά ασθενών. Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους βρέθηκαν άστεγοι στα μετρό και στο περιθώριο των μεγαλουπόλεων. Δεν αποκλείεται η αθηναϊκή κοινωνία του 2020 να ζήσει ανάλογες καταστάσεις».



Αναζητώντας τα αποτελέσματα της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στο δυτικό κόσμο, παρατηρώ ότι κάθε χώρα εφάρμοσε διαφορετικής έκτασης μεταρρυθμίσεις, όμως στο τέλος διαπιστώθηκαν κοινά προβλήματα. Τα περισσότερα αφορούν την ποιότητα και την επάρκεια των προσφερόμενων υπηρεσιών σε άτομα με σοβαρές διαταραχές, την άνιση κατανομή των υπηρεσιών καθώς και την ανεπαρκή ενημέρωση της κοινότητας η οποία υποδεχόταν τον ασθενή.

Στην Αμερική, στη Μεγάλη Βρετανία ή στην Αυστραλία οι κοινοτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας απευθύνονταν κυρίως σε άτομα με κοινές ψυχικές διαταραχές (αγχώδεις διαταραχές) και όχι σε ασθενείς με σοβαρές και χρόνιες ασθένειες (όπως οι ψυχώσεις). Σύντομα η «δυσλειτουργία» έγινε ορατή.
Στη γειτονική Ιταλία η διαδικασία της αποασυλοποίησης είχε τη μεγαλύτερη έκταση από κάθε άλλο κράτος της Ευρώπης και κρίθηκε επιτυχημένη από πολλούς. Συγκεκριμένα, με την ψήφιση του νόμου 180 το 1978, απαγορεύθηκαν οι νέες εισαγωγές ψυχικά ασθενών στα ιδρύματα, τα οποία με τον καιρό έκλεισαν και τη θέση τους πήραν νέες δομές στην κοινότητα. Αν και η Ιταλία αναμόρφωσε τις ψυχιατρικές υπηρεσίες με επιτυχία, άφησε τις πρωτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας ως είχαν. Αποτέλεσμα; Οι κοινοτικές υπηρεσίες αναμέσα στη βόρεια και τη νότια Ιταλία διέφεραν αισθητά τα πρώτα χρόνια. Σε πολλές περιοχές του νότου η κοινοτική φροντίδα ήταν ανύπαρκτη, ενώ θεωρήθηκε ότι η πολιτεία εγκατέλειψε του ψυχικά ασθενείς και τις οικογένειες τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, από την άλλη, ο Νόμος περί Κοινοτικής Ψυχικής Υγείας, το 1963, επέβαλε την αποιδρυματοποίηση, επιφέροντας μιας μαζική έξοδο ασθενών από τα άσυλα, παρόλο που απουσίαζαν, έως τότε, οι εναλλακτικές υπηρεσίες κοινοτικής ψυχικής υγείας. Στις δύο επόμενες δεκαετίες απελευθερώθηκε πλήθος ασθενών, ενώ έγιναν συστάσεις από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για να συνδεθούν οι άτυπες κοινοτικές υπηρεσίες υποστήριξης με υπηρεσίες ψυχικής υγείας.



Στον αντίποδα, στη Μεγάλη Βρετανία και τη Φινλανδία η διαδικασία του «λουκέτου» των ψυχιατρικών ιδρυμάτων ήταν πιο σταδιακή, σε σχέση με τις ΗΠΑ και την Ιταλία. Η αποασυλοποίηση, στη Βρετανία, ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του '50 με το κλείσιμο 45 ιδρυμάτων. Σιγά σιγά ο αριθμός των νοσηλευομένων μειώθηκε από 152.000 που ήταν το 1952 σε λιγότερους από 40.000 το 1990.

Για πολλούς ερευνητές και συγγραφείς η αποασυλοποίηση στο μεγάλο Νησί θεωρήθηκε επιτυχής. Πίσω από την αλήθεια των αριθμών, όμως, παρατηρήθηκε η εξής «ανορθογραφία»: Στην Αμερική, στη Μεγάλη Βρετανία ή στην Αυστραλία οι κοινοτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας απευθύνονταν κυρίως σε άτομα με κοινές ψυχικές διαταραχές (αγχώδεις διαταραχές) και όχι σε ασθενείς με σοβαρές και χρόνιες ασθένειες (όπως οι ψυχώσεις). Σύντομα η «δυσλειτουργία» έγινε ορατή. Ακολούθησε η Ισπανία, η οποία παρότι με την ψήφιση του Γενικού Νόμου Υγείας, το 1986, αναμόρφωσε τις παρεχόμενες ψυχικές υπηρεσίες, δεν κατάφερε όμως ποτέ να δημιουργήσει επαρκείς ενδιάμεσες δομές για τους αποασυλοποιημένους στην κοινότητα. Σαν αποτέλεσμα κάποια παλαιά ψυχιατρικά νοσοκομεία διατηρούνται έως τις μέρες μας, περιθάλπτοντας ασθενείς με σοβαρές ψυχικές διαταραχές.



Ο Θεόδωρος Μεγαλοοικονόμου είναι ο διευθυντής του 9 ου ψυχιατρικού τμήματος του ΨΝΑ και ένας από τους λιγοστούς επαγγελματίες του χώρου που έχει ζήσει, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του '80, τις πολλαπλές προσπάθειες της χώρας να μεταρρυθμίσει τα ψυχιατρικά ιδρύματα. Τον ρωτώ αν τελικά έπειτα από τρεις σχεδόν δεκαετίες, μπορούμε να μιλήσουμε για «ψυχιατρική μεταρρύθμιση στην Ελλάδα». «Καταρχάς, αυτό που πρέπει να ρωτήσει κανείς είναι τι σημαίνει επί της ουσίας ψυχιατρική μεταρρύθμιση -διαχωρίζοντας την αποιδρυματοποίηση από την απονοσοκομειοποίηση. Αποιδρυματοποίηση σημαίνει να πάμε πέρα από το θεσμό, να τον υποκαταστήσουμε με εναλλακτικές δομές στην κοινότητα όπου εκεί δεν θα καταστέλουμε ή θα καταπιέζουμε τον ψυχικά πάσχοντα, αλλά θα προσπαθήσουμε, οι λειτουργοί, να δημιουργήσουμε μια ωφέλιμη για τον ίδιο σχέση. Η απονοσοκομειοποίηση από την άλλη, είναι ένας τελείως διαφορετικός άξονας, ο οποίος ξεκίνησε στις ΗΠΑ την εποχή του Ρήγκαν. Τότε στο πνεύμα του νεοφιλελευθερισμού έκλεισαν όλα τα ψυχιατρικά ιδρύματα χωρίς να έχουν δημιουργηθεί όμως δομές στην κοινότητα για να φιλοξενήσουν αυτούς τους ανθρώπους. Έτσι οι περισσότεροι εξ αυτών βρέθηκαν από τη μια στιγμή στην άλλη να διαμένουν, ως άστεγοι, κάτω από γέφυρες και σε δημόσια πάρκα, αφού δεν είχε προβλεφθεί το υποστηρικτικό δίκτυο που θα τους οδηγούσε στην ομαλή κοινωνική επανένταξη.



Δυστυχώς η σκληρή λογική της απονοσοκομειοποίησης χαρακτηρίζει σήμερα και την ψυχιατρική μεταρρύθμιση στην Ελλάδα. Αρκεί να παρατηρήσει κανείς με ποιο τρόπο έκλεισαν τα ψυχιατρικά ιδρύματα στην ελληνική επαρχία. Δεν έγινε ουσιαστική μεταρρύθμιση σε κανένα από αυτά, ούτε δημιουργήθηκαν οι κατάλληλες δομές στην κοινότητα -αν εξαιρέσει κανείς τα Χανιά όπου πράγματι υπάρχει ένα εναλλακτικό υποστηρικτικό δίκτυο. Σε άλλες περιοχές, όμως, όπως στη δυτική Μακεδονία, μόλις έκλεισαν τα ιδρύματα αυξήθηκαν αμέσως οι ιδιωτικές κλινικές. Βασικά, αυτό που έκαναν καθόλη τη διάρκεια του προγράμματος "Ψυχαργώς" δεν ήταν αποιδρυματοποίηση, δηλαδή, ξεπέρασμα του ψυχιατρείου, με την δημιουργία ενός εναλλακτικού, ολοκληρωμένου δικτύου τομεοποιημένων κοινοτικών υπηρεσιών (με βασικό άξονα το Κέντρο Ψυχικής Υγείας, διασυνδεδεμένο με μια κλινική γενικού νοσκομείου) αλλά, απλώς, η μεταστέγαση των ασθενών - μια μεταστέγαση που αναπαρήγαγε σε μεγάλο βαθμό τα ιδρυματικά χαρακτηριστικά του ψυχιατρείου. Μια μεταστέγαση που πλέον είναι και αυτή αδύνατη γιατί και κενές κλίνες δεν υπάρχουν στις στεγαστικές δομές και κονδύλια δεν διατίθενται για τη δημουργία καινούργων. Ετσι, όσοι έχουν ανάγκη στέγασης και φιλοξενίας, θα πετιούνται στο δρόμο. Συνεπώς όλα αυτά τα χρόνια η λειτουργία του συστήματος δεν άλλαξε. Απόδειξη ότι, ύστερα από 30 χρόνια "μεταρρύθμισης", το 55% των νοσηλειών στις ψυχατρικές μονάδες εξακολουθύν να είναι ακούσιες, με εντολή του εισαγγελέα».



Την ίδια ώρα ο Θεόδωρος Μεγαλοοικονόμου είναι βέβαιος ότι τα ψυχιατρικά τμήματα των γενικών νοσοκομείων δεν θα καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στις ανάγκες της μεταρρύθμισης. «Το προσωπικό δεν επαρκεί, οι βάρδιες δε βγαίνουν, οι διάδρομοι είναι γεμάτοι ράντζα στα γενικά νοσοκομεία. Κάπου 30 έχει ο Ευαγγελισμός, στην ίδια κατάσταση είναι το Γεννηματάς και άλλα νοσοκομεία. Στην Ελλάδα συμβαίνει το εξής παράδοξο στην ψυχική υγεία: Έχουμε -πριν από τη μεταρρύθμιση- λιγότερες κλίνες από ό,τι θα απαιτούσε η ίδια η μεταρρύθμιση. Στην Τεργέστη όπου η πόλη έχει το πλέον ανεπτυγμένο δίκτυο κοινοτικών υπηρεσιών στην Ευρώπη υπάρχουν 38 κρεβάτια για 240.000 πληθυσμό. Αν κάνεις την αναγωγή, στον πληθυσμό της Ελλάδας, θα έπρεπε να υπάρχουν εδώ περίπου 1.700 κλίνες. Ξέρεις πόσες υπάρχουν; Λιγότερες από 1.300. Χωρίς καν αξιόλογο υποστηρικτικό δίκτυο στην κοινότητα! Για ποια μεταρρύθμιση μιλάμε; Πρόκειται για διάλυση».




Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016

Τα Ψυχικά Τραύματα της Προσφυγιάς

από ΝΕΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ εφημερίδα του ΕΕΚ

Εκδήλωση για τους πρόσφυγες στη Μάνδρα του Μπλόκου της Κοκκινιάς

Mια φορτισμένη συγκινησιακά εκδήλωση έγινε την Παρασκευή 11 Nοεμβρίου στον ιστορικό χώρο της Mάντρας Mπλόκου Kοκκινιάς που οργανώθηκε με την συνεργασία του μνημείου και του Mουσείου Eθνικής Aντίστασης του Δήμου Nίκαιας-Pέντη, δυο ιστορικών χώρων που παρουσιάζουν σημαντική πολιτιστική δραστηριότητα.

 «Με τη φωνή των προσφύγων» ήταν ο τίτλος της εκδήλωσης, η οποία αλλιώς θα μπορούσε να ονομαστεί «Οι πρόσφυγες τότε και τώρα».

Aρχικά, ο Aλέξανδρος Στεφανίδης, υπεύθυνος του Mουσείου Eθνικής Aντίστασης, έκανε την εισαγωγή στο θέμα με προβολή ενός ντοκυμαντέρ για τους πρόσφυγες που πνίγονται στη Mεσόγειο. O Θόδωρος Kουτσουμπός από τα κινήματα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες διάβασε την ιστορία της (δια)φυγής μιας οικογένειας από το Aφγανιστάν μέσω Πακιστάν, Iράν, Tουρκίας, στην Xίο, στον Πειραιά και τώρα σε ένα από τα αναρίθμητα κέντρα   “φιλοξενίας” (με πολλά εισαγωγικά). H Eιρήνη Pηνιώτη,  υπεύθυνη της Mάντρας Mπλόκου Κοκκινιάς, διάβασε ένα κείμενο γραμμένο από μια 15χρονη προσφυγοπούλα – γροθιά στο στομάχι της αναλγησίας και της υποκρισίας όσων κλείνουν τα μάτια στην επιβίωση του έτερου άλλου.

H Ξανθή Πατμανίδου απόγονος Eλλήνων Μικρασιατών από τον Πόντο εξιστόρησε τη δραματική φυγή των παπούδων της για να γλυτώσουν από τη σφαγή των Tούρκων τσέτηδων. Περιέγραψε, επίσης, με μελανά χρώματα την υποδοχή που έτυχαν στην Eλλάδα οι πρόσφυγες αναφέροντας τους υποτιμητικούς και ρατσιστικούς χαρακτηρισμούς «πρόσφυγγες», «παστρικές», «τουρκόσποροι».

H ψυχίατρος Kατερίνα Mάτσα, η δημιουργός και πρώην επιστημονική υπεύθυνη του “18 Άνω”, μίλησε για τα ψυχικά τραύματα της προσφυγιάς.

Ακολούθησε ενδιαφέρουσα συζήτηση με ιδιαίτερα εύστοχες και καίριες παρεμβάσεις εκ μέρους του κοινού.

Στο χώρο λειτούργησε, επίσης, έκθεση ζωγραφικής με έργα της νεαρής προσφυγοπούλας από το Aφγανιστάν Σαχάρ Pεζάι.



Κατερίνα Μάτσα

Τα Ψυχικά Τραύματα της Προσφυγιάς

Πόλεμοι, καταστροφές, ασταμάτητες πρωτοφανείς προσφυγικές ροές.  Η καπιταλιστική Ευρώπη κλείνει τα σύνορά της, μετατρέποντας τη Μεσόγειο σε ένα θαλάσσιο νεκροταφείο, με πάνω από 4000 πνιγμένους από τις αρχές του 2016 μέχρι τώρα.

Η καπιταλιστική Ελλάδα, προσαρμόζοντας την πολιτική της στο μεταναστευτικό και το προσφυγικό στις επιταγές των ευρωπαίων εταίρων της μετατρέπεται σε μια χώρα στρατοπέδων συγκέντρωσης προσφύγων προερχόμενων κατά βάση από τις εμπόλεμες χώρες της Μ. Ανατολής και της Αφρικής.

Γύρω στις 60 χιλιάδες πρόσφυγες έχουν παγιδευτεί στην Ελλάδα μετά το κλείσιμο του "βαλκανικού διαδρόμου" προς την δυτική Ευρώπη, 47 χιλιάδες στην Ηπειρωτική Ελλάδα και 13 χιλιάδες στα νησιά.

Πώς βιώνουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, άντρες, γυναίκες και παιδιά, το ξερίζωμά τους από την πατρίδα τους, όταν τα αφήνουν όλα πίσω τους για να γλιτώσουν τη ζωή τους;



...Κανένας δεν θα άφηνε την πατρίδα

εκτός αν η πατρίδα σε κυνηγούσε μέχρι τις ακτές

εκτός αν η πατρίδα σου έλεγε να τρέξεις πιο γρήγορα

να αφήσεις πίσω τα ρούχα σου

να συρθείς στην έρημο

να κολυμπήσεις ωκεανούς

να πνιγείς

να σωθείς

να πεινάσεις

να εκλιπαρήσεις

να ξεχάσεις την υπερηφάνεια

η επιβίωσή σου είναι πιο σημαντική



(Ουαρσάν Σαΐρ - γεννήθηκε στην Κένυα από Σομαλούς γονείς και μεγάλωσε στην Αγγλία - από το πρόγραμμα της θεατρικής παράστασης "Λαμπεντούζα" στο θέατρο του Ν. Κόσμου)



Με βάση τα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, τα 2/3 υποφέρουν από αγχώδεις - καταθλιπτικές εκδηλώσεις, το 1/6 από Ψυχοσωματικά Νοσήματα, το 1/2 από Διαταραχή Μετατραυματικού Stress (PTSD).

Η φυγή από την πατρίδα, μέσα σε ακραίες συνθήκες, με κίνδυνο της ζωής τους, πληρώνοντας μια περιουσία στους διακινητές για να βρεθούν, αν γλιτώσουν, σε κέντρα υποδοχής (hot spots) και κέντρα κράτησης, με επισφαλείς συνθήκες διαμονής, στοιβαγμένοι ο ένας πάνω στον άλλον αποκομμένοι από τις ρίζες τους, έχοντας χάσει τη δουλειά, το σπίτι, την κοινωνική τους θέση, αντιμέτωποι με την απρόσωπη και ανάλγητη γραφειοκρατία της έκδοσης νομιμοποιητικών εγγράφων, γεμάτοι φόβους ότι μπορεί να τους ξαναστείλουν πίσω, να τους επαναπροωθήσουν  εκεί όπου η ζωή τους μπαίνει σε κίνδυνο, αντιμέτωποι με τεράστιες δυσκολίες, ως προς τη γλώσσα και τη συνεννόηση με τον ντόπιο πληθυσμό, τα οικονομικά προβλήματα, την προσαρμογή στον καινούργιο τόπο και τις εκδηλώσεις ρατσισμού από ακροδεξιές ομάδες και άτομα, όλα αυτά κάνουν τη ζωή τους ακόμα πιο δύσκολη και εντείνουν τις ψυχοπαθολογικές εκδηλώσεις, που κάποιοι παρουσιάζουν.

Περιμένοντας να καταγραφούν, να νομιμοποιηθούν, να ζητήσουν άσυλο σε μια χώρα όπου φοβούνται ότι είναι ανεπιθύμητοι και που δεν την επέλεξαν οι ίδιοι ως "καινούργια πατρίδα" αλλά εγκλωβίστηκαν όταν έκλεισαν τα σύνορα, μετά την απαράδεκτη συμφωνία ΕΕ - Τουρκίας, τον Μάρτη του 2016. Έχουν την αίσθηση ότι ο χρόνος έχει σταματήσει γι’ αυτούς και ότι είναι καταδικασμένοι να ζουν σε ένα τόπο που δεν είναι δικός τους, ένα μη - τόπο, α-τοπο, ψυχικά και εδαφικά, μετέωροι, απεδαφικοποιημένοι, αγχώδεις και καχύποπτοι προς τους άλλους. Κάποιοι απ’ αυτούς αναπτύσσουν παραληρητικές ιδέες διωκτικού περιεχομένου, γίνονται επιθετικοί και βίαιοι, άλλοι "θυματοποιούνται", άλλοι βυθίζονται στη μελαγχολία, άλλοι καταφεύγουν στην αυτοκτονία, άλλοι στρέφονται στις ψυχοδραστικές ουσίες, για να μαλακώσουν τον ανείπωτο ψυχικό πόνο.

Η προσφυγιά, ως εμπειρία, αλλά και όλα όσα προηγήθηκαν και όσα ακολουθούν όταν πάρει πια αυτός ο άνθρωπος το δρόμο της προσφυγιάς και αποκτήσει την ταυτότητα του πρόσφυγα, αποτελούν ψυχικούς τραυματισμούς.

Ο ψυχικός τραυματισμός δεν ανάγεται μηχανιστικά στο σύνολο των διαταραχών ή των συμπτωμάτων που προκαλεί, όπως θέλει να τον παρουσιάζει το DSM (το αμερικάνινο σύστημα ταξινόμησης των ψυχικών διαταραχών).

Το τραύμα αφορά πάντα ένα πρόσωπο, με μια συγκεκριμένη ιστορία. Ένα πρόσωπο που καταδικάζεται να κουβαλά σε όλη τη ζωή του τα χνάρια της βίας που υπέστη. Παραμένει φυλακισμένο μέσα στον ίδιο τον τραυματισμό του. Ακόμα κι αν ο τραυματισμός έχει ομαδικό χαρακτήρα, πάντα βιώνεται μέσα στην μοναξιά, αφού οι ψυχολογικές επιπτώσεις του αφορούν κάθε άτομο ξεχωριστά, στην μοναδικότητα της ιστορίας του αλλά και των προσωπικών του αντιδράσεων.

Κατά τον σπουδαίο ψυχαναλυτή Σαντόρ Φερέντζι, ένας τραυματισμός δημιουργεί πάντα "μια τρύπα στη μνήμη". Σβήνει το μνημονικό ίχνος, δημιουργεί μια τραυματική αμνησία. Κάνει αδύνατο να θυμηθείς, αδύνατο να μιλήσεις για το τραύμα. Σ’ ένα κείμενο της Πέπης Ρηγοπούλου, που αναφέρεται σε σεμινάριο για τους πρόσφυγες που έκανε ο Σ. Μιχαήλ στο ΕΚΠΑ στις 7 Νοέμβρη 2016 και το οποίο παρακολούθησαν μαθητές και μαθήτριες από το Β' Γυμνάσιο Αλίμου, που πηγαίνουν και στον Ελαιώνα, μας συγκλονίζει η κατάθεση μιας μαθήτριας που λέει «ένα κορίτσι από τη Συρία ζωγράφιζε κάθε μέρα, για πολλές μέρες ένα βάζο με λουλούδια. Το ίδιο βάζο, τα ίδια λουλούδια, κάθε μέρα. Έπειτα από κάποιες μέρες τη ρώτησα γιατί ζωγραφίζει το ίδιο βάζο. Και το κορίτσι μου απάντησε: Γιατί είναι το μόνο πράγμα που θυμάμαι από την πατρίδα μου. Και δεν θέλω να το ξεχάσω» (δημοσιεύθηκε στην Εφημ. Συντακτών. 9/11/2016).

Αυτό το αδύνατο της μνήμης και της ομιλίας για το τραυματικό γεγονός αποτελεί την άλλη όψη του αδύνατου πένθους. Το πένθος εγκιβωτίζεται σε μια "ψυχική κρύπτη" και μεταβιβάζεται διαγενεακά. Μεταβιβάζεται το πένθος, που δεν έχει επιτελεσθεί, και ο νεκρός αναπαύεται στην κρύπτη που υπάρχει στην ψυχή του ατόμου. Μεταβιβάζεται επίσης, μέχρι τρίτης γενιάς, ο ίδιος ο τραυματισμός. Ολόκληρη η οικογένεια σφραγίζεται από αυτό το δυσβάστακτο φορτίο. Αλλάζουν τα δυναμικά των σχέσεων ανάμεσα στα μέλη της, αλλάζουν οι τρόποι συμπεριφοράς της.

Στη ζωή της οικογένειας των προσφύγων βαραίνει συνήθως η σιωπή και ο φόβος, γιατί αυτές οι τραυματικές εμπειρίες που αφορούν έναν ολόκληρο λαό συνιστούν όρους απεξάρθρωσης του κοινωνικού δεσμού. Αυτό σημαίνει ότι το άτομο αισθάνεται ότι δέχεται επίθεση σε πολλά επίπεδα, όπου ανήκει, στην οικογένεια, την κοινωνική, την πολιτική, την εθνική υπόσταση.



Με την ταυτότητα του πρόσφυγα δέχεται πολλές ταπεινώσεις, που ταρακουνούν  τα ίδια τα θεμέλια της ταυτότητας του, την αξιοπρέπεια του. Ακούει να τον βρίζουν, να τον διώχνουν. Να λένε (με τους στίχους του Ουαρσάν Σαϊρ):

"γυρίστε στην πατρίδα σας μαύροι

πρόσφυγες

βρομομετανάστες

ζητιάνοι ασύλου

που ρουφάτε τη χώρα μας

αράπηδες με τα χέρια απλωμένα

μυρίζετε περίεργα

απολίτιστοι

κάνατε λίμπα τη χώρα σας και τώρα θέλετε

να κάνετε και τη δική μας..."

Το τραύμα δεν μπορεί να εξαφανισθεί μέσα από το τραυματισμένο άτομο, όπως δεν σβήνει μια ουλή. Σε κάθε βήμα του αυτό το άτομο βρίσκει μπροστά του το τραυματικό βίωμα, σα να στοιχειώνει μέσα του η τραυματική σκηνή, ξαναγυρίζοντας διαρκώς μέσα από τον καταναγκασμό της επανάληψης. Έτσι υποχρεώνεται να αποσυρθεί στο βάθος του εαυτού του και να λειτουργήσει με βάση μια πολιτική "ενδοψυχικής καμμένης γης". Υπάρχει πάντα ένα "πριν" και ένα "μετά" τον τραυματισμό.

Σε κάποιες περιπτώσεις ο συγκεκριμένος τραυματισμός φέρνει στην επιφάνεια παλιότερους τραυματισμούς, που το άτομο προσπαθούσε να απωθήσει και να θάψει μέσα του. Αυτή η κατάσταση που βυθίζει το άτομο στην έσχατη αδυναμία να αντιδράσει μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην αποδιοργάνωση του ψυχισμού, την ψυχική κατάρρευση.

Αυτές οριακές καταστάσεις λειτουργούν ακόμα πιο τραυματικά για τους εφήβους και τα παιδιά, ιδιαίτερα τα ασυνόδευτα, αυτά που έχασαν τους γονείς στο ταξίδι, ή έφυγαν χωρίς αυτούς απ' την πατρίδα τους για να γλιτώσουν τη ζωή τους.

Υπάρχουν πάνω από 100.000 παιδιά, ασυνόδευτα, σήμερα στην Ευρώπη. Παιδιά "αόρατα", χωρίς χαρτιά, αφού πουθενά δεν καταγράφονται. Τα περισσότερα απ' αυτά χάνονται. Καταλήγουν σε οίκους ανοχής ή στο εμπόριο ανθρώπινων οργάνων. Μόνο για το 2015 καταγράφηκαν στην Ευρώπη 90.000. Υπολογίζονται στις 4000 τα ασυνόδευτα παιδιά - πρόσφυγες στον ελληνικό χώρο. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν μόνον 891 θέσεις ασφαλούς διαμονής για ασυνόδευτους ανήλικους και είναι όλες γεμάτες, ενώ παραμένουν σε λίστα αναμονής 1586 παιδιά. Η έλλειψη ασφαλών χώρων διαμονής οδηγεί στην κράτηση αυτών των ατόμων υπό την προστασία της αστυνομίας ή στη διαμονή τους σε κλειστά κέντρα κράτησης, επιτείνοντας τον τραυματισμό τους.

Όσα καταφέρνουν να επιβιώσουν έχουν πολλές πιθανότητες να παρουσιάσουν στις χώρες υποδοχής πολλές διαταραχές, κατάθλιψη, νυκτερινή ενούρηση, διαταραχές του ύπνου και της συμπεριφοράς, εξαρτήσεις από ουσίες, αγχώδεις διαταραχές, κρίσεις πανικού ή και ψυχωτικές εκδηλώσεις.

Ο τύπος και η σοβαρότητα της διαταραχής εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, την ηλικία του παιδιού, τον τρόπο που αποχωρίστηκε τους γονείς του, τα βιώματά του πριν φύγει (πολλά παιδιά έχουν γίνει μάρτυρες τρομακτικών σκηνών βίας (βομβαρδισμούς, αποκεφαλισμούς,  ακρωτηριασμούς, βασανιστήρια, δολοφονίες δικών τους προσώπων, γονιών, αδελφών, φίλων μπροστά στα μάτια τους). Εξαρτάται επίσης από  την ψυχολογική στήριξη που βρήκε ή δεν βρήκε στον τόπο υποδοχής, τους υλικούς όρους ζωής του εκεί που υποχρεώνεται να ζει ως πρόσφυγας. Γιατί πολύ συχνά, σχεδόν κατά κανόνα, δεν υπάρχει γι' αυτά καμιά μέριμνα από τις αρμόδιες υπηρεσίες για την υγεία τους, τη σωστή διατροφή, τη διαμονή τους, την εκπαίδευση. Αυτά τα παιδιά που μέχρι να φτάσουν στη χώρα υποδοχής ήρθαν αντιμέτωπα με την πείνα, το κρύο, τη θαλασσοταραχή, την κούραση, τις αρρώστιες δέχονται συχνά μια απάνθρωπη μεταχείριση.

Στα hot spots και στους καταυλισμούς δεν ενημερώνονται καν για τα δικαιώματά τους ως ανήλικοι πρόσφυγες. Μέσα σ' αυτούς τους όρους μπορεί να παρουσιασθούν οι ψυχικές διαταραχές.

Όσο πιο νεαρή η ηλικία, πιο  βίαιος ο αποχωρισμός από τους γονείς, πιο μεγάλη η εγκατάλειψη, πιο άθλιοι οι όροι ζωής του στον τόπο υποδοχής, τόσο πιο σοβαρές είναι οι διαταραχές που ενδέχεται να παρουσιάσει, τόσο πιο έντονο το αίσθημα της μοναξιάς, της απελπισίας και της απομόνωσης αυτού του παιδιού.

Το ίδιο δραματικές είναι οι επιπτώσεις της προσφυγιάς και στους εφήβους. Σε μια κρίσιμη, μεταβατική περίοδο της ζωής τους αυτοί οι έφηβοι υποχρεώνονται να έρθουν αντιμέτωποι με τον φόβο του θανάτου είτε σαν άτομα είτε σαν οικογένεια, σαν φυλή, σαν έθνος.

Κατακλύζονται βίαια, μαζικά από το αίσθημα της βαθειάς και μόνιμης απειλής των θεμελίων της ψυχικής τους υπόστασης. Στη ψυχή τους φωλιάζει μόνιμα ο φόβος, η απελπισία και ο ψυχικός πόνος.

Επιπλέον, οι αλλαγές που αναγκαστικά επέρχονται στους όρους της ζωής τους και οι απώλειες αγαπημένων τους προσώπων, επηρεάζουν καθοριστικά τον τρόπο που βιώνουν τον χώρο, το χρόνο, τις κοινωνικές σχέσεις. Τους κάνουν να αισθάνονται "χαμένοι στο πουθενά", σε μια διαρκή κρίση ταυτότητας, πλημμυρίζοντας από έντονα συναισθήματα, οργής, θυμού, ανασφάλειας, ενοχής, ντροπής και απελπισίας, που γίνονται κάποιες φορές εκρήξεις βίας.

Σε αυτό το πολύ ευάλωτο ψυχολογικό υπόστρωμα μπορεί να εγκατασταθεί η ψυχική διαταραχή και η εξάρτηση από ουσίες.

Πρέπει όλοι να καταδικάσουμε τις συνθήκες που επικρατούν σε κάποια στρατόπεδα, όπως της Μαλακάσας, με βάση πρόσφατα δημοσιεύματα, που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια ανηλίκων και γυναικών που έχουν έρθει μόνες, με τα παιδιά τους. Να καταδικάσουμε καταστάσεις όπου ασυνόδευτα ανήλικα άτομα ζουν μέσα στο άγχος και τον πανικό ότι θα συνεχίσουν να κακοποιούνται από άλλα άτομα μέσα στον ίδιο καταυλισμό, με την αστυνομία να αδιαφορεί προκλητικά και να μη βρίσκεται θέση σε ξενώνα.

Οι πρόσφυγες που εγκλωβίστηκαν στην Ελλάδα χρειάζονται υγιειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, ψυχοκοινωνική φροντίδα. Ιδιαίτερη φροντίδα σε ασφαλείς χώρους χρειάζονται οι γυναίκες και τα παιδιά.

Ελάχιστες από αυτές τις υπηρεσίες παρέχονται πραγματικά.

Συνήθως δεν δίνεται πληροφόρηση, δεν υπάρχει μετάφραση, δεν υπάρχει συνοδεία για τις παραπομπές που αφορούν σοβαρά προβλήματα υγείας και πρέπει να μεταφερθούν από τα νησιά στην Αθήνα.

Επίσης ενώ έχουν πρόσβαση στα δημόσια νοσοκομεία βάσει του νόμου 4368/2016, τα φάρμακα και οι ιατρικές εξετάσεις δεν παρέχονται δωρεάν, παρά μόνο για τους καταγεγραμμένους, το προσωπικό στα νοσοκομεία δεν είναι πάντοτε ενημερωμένο, το σύστημα υγείας είναι υπερφορτωμένο και οι ασθενείς πρόσφυγες δεν μπορούν να βοηθηθούν. Τα περισσότερα παιδιά δεν πηγαίνουν στο σχολείο και δεδομένου ότι είχαν διακόψει το σχολείο πολύ πριν αρχίσει το ταξίδι τους στην Ελλάδα αυτό έχει πολύ αρνητικές επιπτώσεις στη ζωή τους.

Μια άλλη μεγάλη έλλειψη αφορά τους ασφαλείς χώρους που να διατίθενται για τα κορίτσια που έχουν υπάρξει θύματα έμφυλης βίας (βιασμών). Το φαγητό επίσης δεν είναι καλό και παρέχεται μέσω catering, ενώ δεν επιτρέπουν στις γυναίκες πρόσφυγες να μαγειρέψουν οι ίδιες.

Σ' ότι αφορά την εργασία, όχι μόνο δεν έχουν πρόσβαση, αλλά οι αρχές του στρατοπέδου, οι παράγοντες των ΜΚΟ η γραφειοκρατία και τα νομικά εμπόδια δεν επιτρέπουν σε πολλούς πρόσφυγες (δασκάλους, γιατρούς, νοσηλευτές, κ.α.) να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Στις δομές που κρατούνται δεν υπάρχει ασφάλεια. Δεν παρέχεται προστασία ούτε από την αστυνομία. Σημειώνονται συχνά περιστατικά βίας και απόπειρες αυτοκτονίες.

Πάντως δεν αντιδρούν όλοι οι πρόσφυγες, που ζουν σ' αυτές τις κακές συνθήκες, με τον ίδιο τρόπο. Ο καθένας αντιδρά με τον δικό του προσωπικό τρόπο. Από τις εξαρτώνται οι αντιδράσεις τους;

Εξαρτώνται από την ηλικία του, την ποιότητα των αμυντικών μηχανισμών του, την δόμηση της προσωπικότητάς του, την ύπαρξη προηγούμενων τραυματισμών, τη διάρκεια έκθεσης στο τραυματικό γεγονός, το πλαίσιο στο οποίο έγινε ο τραυματισμός, τη στάση της οικογένειας και της κοινότητας απέναντί του.

Το ερώτημα:

Πως μπορεί να συνεχίσει να ζει κανείς μετά τον τραυματισμό, όταν η ψυχή του έχει γίνει "καμένη γη";

Κάποια τα καταφέρνουν αναπτύσσοντας ισχυρές άμυνες, κινητοποιώντας μηχανισμούς άρνησης της επώδυνης και ανυπόφορης πλευράς της πραγματικότητας, μαθαίνοντας να διαχειρίζονται τα ψυχικά τους τραύματα, απωθώντας τις οδυνηρές μνήμες, καταφεύγοντας συχνά στην προστατευτική λειτουργίας της σιωπής. Εκείνο, όμως που μπορεί πραγματικά να βοηθήσει να τα καταφέρουν είναι να βρουν αποδοχή, κατάλληλους όρους ζωής, σχολείο για τα παιδιά, να μάθουν τη γλώσσα και να εκπαιδευτούν, συμμετοχή σε καλλιτεχνικές ή αθλητικές δραστηριότητες, ευκαιρίες για εργασία, ψυχολογική υποστήριξη στον τόπο υποδοχής και θεραπευτική βοήθεια, όπου χρειάζεται.

Πρέπει να τονίσουμε ότι η Τέχνη, γίνεται παράγοντας χειραφέτησης, απελευθέρωσης, ψυχικής ίασης, όπως φαίνεται από τα έξοχα έργα των προσφύγων που εκθέτουν σήμερα.

Αυτό, όμως, που πάνω απ' όλα έχουν ανάγκη είναι η διαμονή σε σπίτια σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας, όχι σε καταυλισμούς, για να γίνει δυνατή η ενσωμάτωση στον κοινωνικό ιστό, η ανάπτυξη συναισθηματικών δεσμών με τον ντόπιο πληθυσμό, η δημιουργία ενός υποστηρικτικού, κοινωνικού δικτύου, η οργάνωση της ζωής τους στα πλαίσια μιας νέας συλλογικότητας στην οποία ανήκουν, νέων σημείων αναφοράς νέων στόχων, και κυρίως ελπίδων για μια καινούργια ζωή.

Κάποιοι, δεν τα καταφέρνουν. Είναι αυτοί που αδυνατούν να εντάξουν την τραυματική τους εμπειρία στην υπόλοιπη προσωπική ιστορία τους και να την μετατρέψουν σε μια ανάμνηση όπως όλες τις άλλες.

Ορισμένοι από αυτούς υφίστανται τις συνέπειες μια πλήρους ψυχικής αποδιοργάνωσης. Άλλοι γίνονται αλκοολικοί ή τοξικομανείς. Παρουσιάζουν ψυχικές διαταραχές τα πιο ευάλωτα άτομα με την μικρότερη ψυχικά ανθεκτικότητα.

Όπως η ευαλωτότητα είναι μια δυναμική κατάσταση, που διαμορφώνεται και αλλάζει σε συνάρτηση με το κοινωνικό και πολιτιστικό περιβάλλον. Αν αυτό είναι υποστηρικτικό, δίνει αποδοχή και ευκαιρίες δημιουργίας συναισθηματικών δεσμών. Τότε αυτά τα τραυματισμένα άτομα μπορεί να γίνουν λειτουργικά, να ξεπεράσουν τις δυσκολίες τους και να προσαρμοσθούν στο καινούργιο περιβάλλον. Έτσι μόνο μπορεί να ενισχυθεί η ψυχική ανθεκτικότητα, η δυνατότητα να υπερβαίνουν τα εμπόδια και να λύνουν τα προβλήματά της καθημερινότητάς τους. Αυτό σημαίνει ότι ο μεγαλύτερος ιαματικός παράγοντας στα τραύματα της προσφυγιάς είναι η αλληλεγγύη, που τόσο συγκινητικά εκδηλώθηκε ιδιαίτερα στα ελληνικά νησιά όταν άρχισαν οι προσφυγικές ροές.

Μέσα σ' αυτό το περιβάλλον αποδοχής, κατανόησης, φροντίδας, ευκαιριών, χωρίς καταπίεση και χωρίς ταπεινώσεις μπορούν να προσαρμοσθούν στο νέο περιβάλλον και να αναδείξουν τις κρυμμένες μέσα τους ικανότητες.

Άλλωστε η προσφυγιά είναι μια από τις διαστάσεις που έχει η ταυτότητα αυτού του ανθρώπου. Αλλά δεν είναι η μόνη. Έχει και άλλες διαστάσεις που πρέπει να αναδειχθούν και να αξιοποιηθούν.

Αλλά αυτό μπορεί να γίνει μόνο στο βαθμό που εξασφαλίζονται οι κατάλληλοι υλικοί όροι ζωής (αξιοπρεπείς χώροι διαμονής και όχι στρατόπεδα, επαρκής διατροφή, επαρκείς φροντίδες υγείας, όροι εκπαιδευτικής διαδικασίας, στα ίδια σχολεία μαζί με τον ντόπιο πληθυσμό, όχι γκετοποίηση, όταν σχολούν οι ντόπιοι μαθητές, ευκαιρίες για εργασία και προπαντός συμμετοχή στη ζωή, κοινωνική και πολιτιστική της τοπικής κοινότητας, με όρους ισοτιμίας, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς, σε ένα κλίμα κοινωνικής αλληλεγγύης και κοινού αγώνα, ενάντια σε κάθε εκδήλωση ξενοφοβίας και ρατσισμού.

Μέσα σε ένα τέτοιοι κλίμα ενδυναμώνεται η ψυχική ανθεκτικότητα όλων των θυμάτων των κοινωνικών καταστροφών.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλα όσα αφορούν τους υλικούς όρους ζωής, την ποιότητά της, τη συλλογική της οργάνωση με σεβασμό στην αξία και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου μετρούν περισσότερο από οποιαδήποτε ψυχοθεραπευτική διαδικασία που πρέπει και μπορεί να προσφερθεί σε κάποιους από αυτούς τους ανθρώπους.

Αυτό που μετράει περισσότερο είναι ο κοινός αγώνας ντόπιων και προσφύγων για μια ζωή ανθρώπινη, σε μια κοινωνία ελεύθερη, σοσιαλιστική, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς, χωρίς εκμετάλλευση, καταπίεση, ταπείνωση ανθρώπου από άνθρωπο.